9.1.10

Αγοράζοντας τον Καβάφη

Πριν τις γιορτές αγόρασα ένα ποίημα! Δεν το λέω μεταφορικά. Αγόρασα ένα πραγματικό ποίημα. Συγκεκριμένα, αγόρασα "Τα Άλογα του Aχιλλέως" του Κ.Π.Καβάφη! Πιο συγκεκριμένα, σε έκθεση ζωγραφικής, αγόρασα έναν πίνακα του Γιάννη Ψυχοπαίδη, με "Τα Άλογα του Aχιλλέως" του Κ.Π.Καβάφη. Ακόμα πιο συγκεκριμένα, αγόρασα μια μεταξοτυπία -πού λεφτά για τον πραγματικό; - ενός πίνακα του Γιάννη Ψυχοπαίδη, με "Τα Άλογα του Aχιλλέως" του Κ.Π.Καβάφη. (Η αλήθεια είναι ότι αν έβρισκα τον πραγματικό πίνακα, θα τον αγόραζα, αλλά δυστυχώς δεν ήταν προς πώληση κι έτσι αγόρασα το επίσημο αντίγραφο).

Είναι πολύ ωραία η μεταξοτυπία μου. Έχει τυπωμένο σε άσπρο φόντο αριστερά τον Καβάφη και δεξιά τη ζωγραφιά με την υπογραφή του Γιάννη. Η απόσταση μεταξύ των δυο έργων είναι μερικά σαντιμέτρ. Δεν ξέρω αν αυτή είναι μια σωστή απόσταση. Ποιος μπορεί να πει άλλωστε αν αυτή είναι μια σωστή απόσταση; Ποιος μπορεί να πει, ποια είναι η σωστή απόσταση μεταξύ ποίησης και ζωγραφικής; Yπάρχει απόσταση μεταξύ της ποίησης και της ποίησης;

Τα Άλογα του Aχιλλέως πάντως είναι εκεί. Τα διαβάζεις και τα βλέπεις ταυτόχρονα. Σαν τα σπουδαία "τότε" Κλασσικά Εικονογραφημένα. Ίσως γι' αυτό το λόγο να μου αρέσει αυτός ο πίνακας. Ξυπνάει ενδόμυχα το παιδί μέσα μου. Δεν έχουμε και ψυχολόγο στην παρέα να μας πει τη γνώμη του. Ίσως αυτή η έλλειψη (ψυχο)λόγου να οδήγησε τα βήματα του (παιδι)ού μέσα μου στον (Ψυχο)(παίδη). Ο Καβάφης αριστερά, με τυπογραφικά στοιχεία καθαρεύουσας -ναι, ναι, τόνοι, οξείες, δασείες, περισπωμένες- όπως απαιτεί η στιγμή, η ζωγραφιά με τα τρομερά άλογα δεξιά. Απελπισμένα, θυμωμένα, επαναστατημένα, έτοιμα να βγουν από το πλάνο. Ίσως όχι επαναστατημένα. Σίγουρα θυμωμένα, άρα επαναστατημένα μετά. Ποιητικός και εικαστικός λόγος σε φόντο άσπρο. Κάπως έτσι δηλαδή:

Εδώ θα ομολογήσω ότι δεν υπήρξα ποτέ φαν του Καβάφη. Πιο συγκεκριμένα, δεν υπήρξα ποτέ φαν του Καβάφη όταν ο Καβάφης είναι σε κοινή θέα. Ακόμα πιο συγκεκριμένα, δεν υπήρξα φαν εξωτερίκευσης της ατέλειωτης συνωμοσίας της ποιήσης του Καβάφη. Αυτή η ποιητική συνωμοσία είναι το μεγαλείο του. Αν βγει προς τα μπρος, ακυρώνεται. Τα "άλογα" όμως αποτελούν εξαίρεση. Ιδού γιατί:

Τα Άλογα του Aχιλλέως

Τον Πάτροκλο σαν είδαν σκοτωμένο,
που ήταν τόσο ανδρείος, και δυνατός, και νέος,
άρχισαν τ’ άλογα να κλαίνε του Aχιλλέως·
η φύσις των η αθάνατη αγανακτούσε
για του θανάτου αυτό το έργον που θωρούσε.
Τίναζαν τα κεφάλια των και τες μακρυές χαίτες κουνούσαν,
την γη χτυπούσαν με τα πόδια, και θρηνούσαν
τον Πάτροκλο που ενοιώθανε άψυχο — αφανισμένο —
μια σάρκα τώρα ποταπή — το πνεύμα του χαμένο —
ανυπεράσπιστο — χωρίς πνοή —
εις το μεγάλο Τίποτε επιστραμένο απ’ την ζωή.

Τα δάκρυα είδε ο Ζευς των αθανάτων
αλόγων και λυπήθη. «Στου Πηλέως τον γάμο»
είπε «δεν έπρεπ’ έτσι άσκεπτα να κάμω·
καλλίτερα να μην σας δίναμε, άλογά μου
δυστυχισμένα! Τι γυρεύατ’ εκεί χάμου
στην άθλια ανθρωπότητα πούναι το παίγνιον της μοίρας.
Σεις που ουδέ ο θάνατος φυλάγει, ουδέ το γήρας
πρόσκαιρες συμφορές σας τυραννούν. Στα βάσανά των
σας έμπλεξαν οι άνθρωποι.»— Όμως τα δάκρυά των
για του θανάτου την παντοτινή
την συμφοράν εχύνανε τα δυο τα ζώα τα ευγενή.


Δεν μπορώ τεχνικά αυτή την ώρα να προσθέσω τόνους και βαρείες όπως είναι στο πραγματικό κείμενο της μεταξοτυπίας. Για αυτό θα σας ανταμείψω με μια εικόνα του χειρογράφου και με μια ανάγνωση του ποιήματος η οποία κατά τη γνώμη μου είναι μέσα στο πνεύμα του ποιητή. Η αλήθεια είναι ότι είναι πολύ δύσκολο να απαγγελθεί ποίημα του Καβάφη. Πώς μπορεί άλλωστε να απαγγελθεί μια συνωμοσία; Να ψιθυρίσεις τον Καβάφη, ίσως. Να τον απαγγείλεις αδύνατον. Ας ακούσουμε όμως τον πίνακα κι ας δούμε το χειρόγραφο του ίδιου του ποιητή:

(πηγή: www.kavafis.gr)

Επιστρέφοντας στον πίνακα του Ψυχοπαίδη, κάποιος παρατηρητικός θα έλεγε ότι τα άλογα της εικόνας είναι ένα. Μάλιστα ούτε καν ολόκληρο, αλλά μόνο το κεφάλι του. Άρα ο πίνακας θα έπρεπε να λέγεται "Το άλογο του Αχιλλέως" και όχι "Τα άλογα του Αχιλλέως". Αυτό βέβαια αυτόματα θα ακύρωνε το έτερο ήμισυ της σύνθεσης και επομένως θα είχαμε διαχωρισμό της ποίησης από την ποίηση. Ο τίτλος μάλιστα του έργου θα έπρεπε να είναι "Το Άλογο". Σκέτο, χωρίς το "του Αχιλλέως". Για την ακρίβεια μάλιστα θα έπρεπε να λέγεται "Ένα κεφάλι αλόγου" οπότε θα είχαμε ένα άλλο έργο αλλά με πραγματικό όμως τίτλο περιγραφής. Είναι όμως έτσι; Αν δούμε την ίδια εικόνα από διαφορετική οπτική γωνία διαπιστώνουμε ένα εντελώς διαφορετικό άλογο. Ας κάνουμε ένα ζουμ πάνω στη ζωγραφιά.

Έχουμε αυτήν εδώ την οπτική, σχεδόν σε ευθεία γραμμή από τον πίνακα αλλά κάπως αριστερά από το θέμα:


κι έχουμε κι αυτήν εδώ, σε ίδια απόσταση αλλά υπό γωνία περίπου 30 μοιρών δεξιά:


H φωτογράφιση έγινε με φλας χωρίς πολαράιζερ ή άλλο φίλτρο. Πόσα άλογα βλέπετε; Δεν είναι δυο διαφορετικά "Άλογα του Αχιλλέως"; Άρα σωστή η σύνθεση, σωστό το θέμα, σωστός ο τίτλος του έργου.

-----

O Γιάννης Ψυχοπαίδης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, νομίζω στο Θησείο και είναι της γενιάς του αδελφού μου. Με τον αδελφό του Γιάννη, τον Κοσμά, ήταν στην ίδια παρέα ο δικός μου αδελφός, όταν το ΣΤ' Γυμνάσιο βρισκόταν στην οδό Φαλήρου, στο Κουκάκι. Μαζί τους, ο θεατρικός συγγραφέας Ανδρέας Στάικος, ο μουσικός Νότης Μαυρουδής, ο σκηνοθέτης Γιάννης Φωτιάδης, ο αδελφός του Ανδρέα, ο Γιώργος Στάικος (που ήταν η αιτία να γνωρίσω τη σύντροφο της ζωής μου) και πολλοί άλλοι αξιόλογοι φίλοι. Δυστυχώς ο Κοσμάς, καθηγητής στην Πάντειο, έχει φύγει πια από τη ζωή, όπως πάρα πολύ νωρίς έφυγαν οι Γιώργος Στάικος και Γιάννης Φωτιάδης (βοηθός του Αγγελόπουλου στις "Μέρες του '36") με τους οποίους όμως πρόλαβα να κάνω αρκετή παρέα όταν επέστρεψα από τον Καναδά. Αξέχαστη μια ομιλία του Κοσμά στα γραφεία του ΣΥΝ, στην οδό Ρουμπέση, που συνεχίστηκε τρώγοντας στου Sveik από κάτω.

Γι' αυτή τη γενιά όμως σκοπεύω να αναρτήσω ξεχωριστό αφιέρωμα. Είναι η γενιά που γεννήθηκε μέσα ή αμέσως μετά τον πόλεμο εκεί γύρω στο 1945. Ανάμεσα στις πολλές δυσκολίες της εποχής, ευτύχησε τουλάχιστον στο ΣΤ' Γυμνάσιο της οδού Φαλήρου, να έχει καθηγητές τον Αξελό, τον Ροντήρη και άλλους αξιόλογους πνευματικούς ανθρώπους και έτσι να μπολιαστεί με την αγάπη για την Τέχνη, τη Μουσική και το Θέατρο. Τίποτε δεν είναι τυχαίο τελικά. Α, να μην το ξεχάσω. Είχαμε οι δυο γενιές του ΣΤ' τουλάχιστον ένα κοινό σημείο αναφοράς. Τη αξιόλογη αλλά παραξηγημένη από εμάς Βενετσάνου! Θα τα ξαναπούμε όμως.

Δεν υπάρχουν σχόλια: