30.6.10

Αφιέρωμα στο Μουντιάλ (3): "Μαρακανά"

του Σωτήρη Ροδόπουλου
(ΣΤ' Γυμνάσιο 1972)


- «1-0»
- «Έξω ήταν!»
- «Τι έξω; Από εδώ δεν πέρασε; Ανάμεσα στον τερματοφύλακα και τη μεγάλη; 1-0!»
- «Άμα πέρασε ανάμεσα στον τερματοφύλακα και τη μεγάλη, τότε γιατί πήγε προς τα σκαλιά;»
- «Πήγε προς τα σκαλιά γιατί γκελάρισε στο παπούτσι του παιδιού από εδώ και μετά κύλησε μέχρι εκεί».
- «Μέσα ήταν, το είδα κι εγώ», ακούγεται μια φωνή κάποιου από τα παιδιά γύρω-γύρω.
- «Ρε σεις, μη μου χάσετε τη δεκάρα», λέει ένας άλλος πιτσιρικάς με κοντό παντελονάκι και τιράντες, «με έχει στείλει η μάνα μου για ψωμί και δεν θα μου φτάσουν τα λεφτά».

Πεζοδρόμιο της Εκαταίου, 1966. Ένα τσούρμο από παιδιά παρακολουθούν με μεγάλο ενδιαφέρον το «ντέρμπι των δύο». Διεξάγεται σε ένα καταπληκτικά φανταστικό και ταυτόχρονα σουρεαλιστικό γήπεδο. Ένα γήπεδο μόλις λίγων τετραγωνικών εκατοστών που έχει πρόκες αντί για παίκτες και μια δεκάρα αντί για μπάλα.

Η κατασκευή ήταν απλή. Παίρναμε μια μικρή σανίδα κάπως επιμήκη και καρφώναμε διάσπαρτες 22 μικρές πρόκες, περίπου μέχρι τη μέση τους. Βάζαμε επίσης 4 μεγαλύτερες πρόκες, που έπαιζαν το ρόλο των δοκαριών, από δυο σε κάθε τέρμα. Για jabulani είχαμε μια δεκάρα ή ένα εικοσαράκι και πολύ σπάνια ένα πενηνταράκι που ήταν όμως πολύ μικρό και δεν βόλευε, γιατί πέρναγε εύκολα ανάμεσα στις πρόκες και έμπαιναν πολλά γκολ φτάνοντας έτσι το σκορ σε αστρονομικά επίπεδα, κάπως εξωπραγματικά για τη φαντασία μας. Δραχμή ή δίφραγκο πολύ σπάνια γινόντουσαν «μπάλα», γιατί απλούστατα δεν υπήρχαν στις τσέπες μας ή αν υπήρχαν τα κάναμε παγωτά, σοκολάτες ή κλασσικά εικονογραφημένα.

Το «ποδοσφαιράκι» παιζόταν από 2 παίκτες. Έπαιζε μια ο ένας, μια ο άλλος, σουτάροντας τη δεκάρα με το δάκτυλο. Η δεκάρα έκανε ένα χαρακτηριστικό ήχο «κλινκ-κλονκ» πάνω στις πρόκες αλλάζοντας πορεία και όπου σταμάταγε καθόριζε το σημείο του αντιπάλου να παίξει. Έτσι ο πιο ικανός, όποιος δηλαδή έβαζε τα πιο πολλά γκολ –συνήθως παίζαμε μέχρι τα 10- ήταν ο νικητής, οπότε τη θέση του ηττημένου έπαιρνε ένα άλλο παιδί κ.ο.κ. μέχρι που στο τέλος έβγαινε ο «πρωταθλητής» της γειτονιάς της ημέρας εκείνης.

Το «ποδοσφαιράκι» ήταν καθιστικό παιχνίδι και έδρασε κυρίως τη δεκαετία του ΄50. Εμείς το προλάβαμε στα τελευταία του, κυρίως όσοι είχαμε μεγαλύτερα αδέρφια. Όπως στα τελευταία τους προλάβαμε τα αυτοσχέδια πατίνια («όρθια» ή «σταυρός») που είχαν ρουλεμάν αντί για ρόδες, τους βόλους, τις γκαζές, το τενεκεδένιο τηλέφωνο κ.α. Παίζαμε καθισμένοι στο πεζοδρόμιο, αναγκάζοντας τους περαστικούς να περάσουν από το δρόμο που ήταν φυσικά χωματόδρομος. Ήταν και από τις σπάνιες φορές που αφήναμε το δρόμο ελεύθερο στα κορίτσια για να παίξουν «κουτσό» ή «σχοινάκι» ή «τα μήλα». Τα κοριτσίστικα δηλαδή παιχνίδια με εξαίρεση ίσως το τελευταίο στο οποίο συμμετείχαν καμιά φορά και αγόρια. Τώρα που το σκέπτομαι, ίσως μόνο το «κλέφτες κι αστυνόμοι» και το «κρυφτό» ήταν mixed. Δηλαδή, για αγόρια και κορίτσια. Κάποια στιγμή όμως τα κορίτσια μάς το χάλασαν και το «κρυφτό» και έγινε τελείως κοριτσίστικο γιατί όποιος «τα φύλαγε» έλεγε ένα στιχάκι του τύπου:

«Τζένη Καρέζη
Κώστας Κακκαβάς
Αλίκη Βουγιουκλάκη
βγαίνω και τα φυλάς».

Στο δρόμο εκτός από μπάλα, παίζαμε καμιά φορά «ξυλίκι» και «πετροπόλεμο» (βλέπετε ήταν εύκολο να βρούμε πέτρες στους χωμάτινους δρόμους) αλλά ειδικά για το τελευταίο, επειδή είχαν ανοίξει άπειρα κεφάλια και είχαν σπάσει αρκετά τζάμια, είχε πέσει απαγορευτικό από τις μανάδες μας.

Στο «πρόκινο ποδοσφαιράκι» λοιπόν παιχτήκαν μουντιάλ και μουντιάλ εκείνη την εποχή. Θυμάμαι ότι κάποια στιγμή έγινα πολύ δημοφιλής γιατί η κυρία Τούλα, η γειτόνισσα και καλή φίλη της μητέρας μου όταν μέναμε στην Τιμοξένου, μού έκανε δώρο ένα παλιό ξύλινο(!!!) ποδοσφαιράκι. Η κα Τούλα έμενε με την οικογένειά της σε μια παλιά καταπληκτική διώροφη μονοκατοικία. Το σπίτι αυτό, πραγματικό αρχοντικό των αρχών του 20ου αιώνα, είχε τεράστιους χώρους, ψηλοτάβανα δωμάτια με φανταστικές ταπετσαρίες στους τοίχους, διακοσμητικά ανάγλυφα στα ταβάνια και μια καταπληκτική εσωτερική ξύλινη σκάλα. Στο πίσω μέρος υπήρχε μια αυλή με ωραία μεγάλα πλακάκια και περιφερειακή πυκνή βλάστηση. Εκεί υπήρχε κι ένα άλλο μικρό σπιτάκι –πιθανότατα «της υπηρεσίας» κάποιων άλλων εποχών- που το είχε για εργαστήριο ο κυρ Ηλίας, ο άντρας της κας Τούλας. Ο κυρ Ηλίας, άνθρωπος με καταπληκτικό χιούμορ, ήταν δ/ντης των εξωτερικών μεταδόσεων του ΕΙΡ. Όταν ήμουν μικρός με είχε πάρει μερικές φορές μαζί του στη δουλειά και έτσι είχα δει από κοντά πώς γίνονταν οι ραδιοφωνικές μεταδόσεις στον Παναθηναϊκό τις Κυριακές ή η μετάδοση της ρίψης του Σταυρού των Θεοφανείων στον Πειραιά «παρουσία των Βασιλέων». Ο κυρ Ηλίας, άνθρωπος βαθύτατα δημοκράτης, όταν τελειώναμε τη μετάδοση και γυρίζαμε στην Αθήνα με το συνεργείο του ΕΙΡ, σήκωνε μεγάλες πλάκες με τα καμώματα των Γλύξμπουργκ ή άλλων επισήμων και «επισήμων». Μιλάμε για εποχές δύσκολες πολιτικά, αρχές της δεκαετίας του ’60, που αν έλεγες κάτι εναντίον της βασιλικής οικογένειας μπορεί και να πήγαινες φυλακή. Με τον κυρ Ηλία λοιπόν έμαθα δυο πράγματα. Πρώτον να ακούω ραδιόφωνο (ναι φίλοι, ακόμα και σήμερα, ακούω πολύ ραδιόφωνο, ιδίως τις νύχτες ή όταν οδηγάω). Δεύτερον, όταν ακούω ραδιόφωνο να ξέρω να ξεχωρίζω τον «πραγματικό» ήχο από τον «ψεύτικο». Την πραγματική είδηση δηλαδή, από την προπαγάνδα. Αυτό με ακολούθησε πάντα. Ακόμα κι όταν διάβαζα εφημερίδα, εγώ ήχους άκουγα και ξεχώριζα τους πραγματικούς από τους ψεύτικους. Ο κυρ Ηλίας μού έμαθε επίσης ότι ακόμη και η πιο δύσκολη στιγμή μπορεί καμιά φορά να αντιμετωπιστεί με χιούμορ. Ο κυρ Ηλίας και η κα Τούλα «έφυγαν», σχεδόν μαζί, ο ένας μετά τον άλλον, σε μεγάλη ηλικία όταν βρισκόμουν πια στο εξωτερικό. Όταν το έμαθα, πήρα νύχτα το αυτοκίνητο και πήγα και άφησα μια ανθοδέσμη έξω από το μέγαρο της καναδικής κρατικής ραδιοφωνίας. Ο θυρωρός του μεγάρου ακόμα αναρωτιέται γιατί κάποιος στα καλά καθούμενα αφήνει μια ανθοδέσμη νυχτιάτικα στο χιόνι …

Στο πίσω μέρος λοιπόν της αυλής του καταπληκτικού σπιτιού της οδού Τιμοξένου, ήταν το εργαστήρι του κυρ Ηλία. Δεν ήταν ηλεκτρονικό ή ραδιο-ηλεκτρολογικό εργαστήρι όπως θα φανταζόταν κάποιος λόγω του επαγγέλματος του κυρ Ηλία, αλλά ξυλουργικό! Ο κυρ Ηλίας είχε για χόμπι τις ξυλουργικές κατασκευές. Καμιά φορά συνδύαζε επάγγελμα και χόμπι και έφτιαχνε κάτι φανταστικά ηχεία. Πιθανολογώ λοιπόν να είχε φτιάξει αυτός το ξύλινο ποδοσφαιράκι που μού έκανε δώρο η κα Τούλα. Να το είχε φτιάξει δηλαδή για τα δικά τους παιδιά που ήταν πια μεγάλα, φοιτητές. Μπορεί και όχι. Μπορεί να τους το έστειλε η θεία τους η Σωσώ, η αδελφή της κας Τούλας, που έμενε μόνιμα στη Γαλλία. Δεν ξέρω να σας πω. Το ποδοσφαιράκι μου πάντως ήταν υπέροχο. Το καλύτερο δώρο που μου έκαναν ποτέ έστω και δεύτερο χέρι. Οι παίκτες ξύλινοι όπως είπαμε (αντί για τις πρόκες που είχαν οι άλλοι) με ωραίο καμπυλωτό σχήμα, περίπου σαν τα πούλια στο σκάκι. Ήταν επίσης χρωματισμένοι. Ξεθωριασμένοι λίγο αλλά πάντως με χρώμα. Οι μισοί κόκκινοι και οι μισοί πράσινοι, όχι έντονα. Το γύρω-γύρω του γηπέδου ήταν καφετί σκούρο.

Έγινα λοιπόν πολύ δημοφιλής με το ποδοσφαιράκι αυτό. Κανείς δεν είχε δει ποτέ κάτι παρόμοιο. Κανείς δεν ξαναείδε ποτέ κάτι παρόμοιο. Πέρασαν μετά πολλά χρόνια. Εμείς μεγαλώσαμε, στο γυμνάσιο παίζαμε καμιά φορά το άλλο, το μεγάλο ποδοσφαιράκι με τα περιστρεφόμενα χερούλια («πεντάδα», «τριάδα», «δυάδα» και «τέρμα»), στα «κακόφημα» μπιλιαρδάδικα ή σφαιριστήρια της περιοχής (αλήθεια γιατί το υπέροχο μπιλιάρδο είχε ταυτιστεί με την αλητεία; ποτέ δεν το κατάλαβα), μέχρι που τελειώσαμε το σχολείο. Εγώ μετά βρέθηκα στην άλλη άκρη του Ατλαντικού και οι φίλοι μου, οι φίλοι μου, οι φίλοι μου…ήταν πάντα μαζί μου και ήμουν πάντα μαζί τους. Ακόμα κι όταν χανόμασταν για μήνες ή χρόνια.

Και το ποδοσφαιράκι της κας Τούλας; Ούτε που ξέρω τι απέγινε. Όπως δεν ξέρω τι απέγιναν τα μπάζα της αντιπαροχής του αρχοντικού της οδού Τιμοξένου, της οδού Εκαταίου, της οδού Βρεσθένης, της οδού Σωστράτου, της οδού Ευδόξου, της Σπινθάρου, της Γεωμέτρου, της Φωτομάρα, της Δεινοστράτου, της Θαρύπου, της Λαχούρη, της Κλαδά, της Αντισθένους, της Αγκύλης και τόσων άλλων ωραίων σπιτιών που είχε κάποτε ο Νέος Κόσμος.

Πέρασαν ακόμα κάμποσα χρόνια. Γεννήθηκε στο εξωτερικό το πρώτο ανίψι μου που ήταν και πρώτο εγγόνι για τους γονείς μου και ξαφνικά όταν μεγάλωσε κι άρχισε να κλοτσάει μια μπάλα, εκεί που έψαχνα το χιλιοστό παιχνίδι που θα του αγόραζα, θυμήθηκα το ποδοσφαιράκι. Έψαξα από εδώ, έψαξα από εκεί, internet δεν υπήρχε και πήγαινα στα παιχνιδάδικα με τα πόδια, σιγά μην το έβρισκα. Αυτό ή έστω κάτι παρόμοιο. «We have no idea of what you’re talking about». Αποφάσισα να του φτιάξω λοιπόν εγώ ένα, αλλά επειδή το «πρόκινο» το αποκλείσαμε λόγω επικινδυνότητας «μη βγάλει κανένα μάτι το παιδί», προσπάθησα ανεπιτυχώς να φτιάξω ένα ξύλινο, κολλώντας κάτι ξυλαράκια σε μια σανίδα. Πλήρης αποτυχία! Τα ξυλαράκια ξεκόλλαγαν ή έσπαγαν εύκολα. Το project απέτυχε και η ιδέα ξεχάστηκε.

Είπα ξεχάστηκε, ε; Ξεχνιούνται οι αναμνήσεις; Ξεχνιούνται τα «λιθαράκια της μνήμης» που θα ‘λεγε και η φίλη Μαρία; Όχι βέβαια. Ο γιος μου ο Ιάσονας έγινε ποδοσφαιρόφιλος από μικρός. Θέλετε γιατί ο Πανιώνιος ήταν απέναντι από το σπίτι, θέλετε γιατί ήταν ποδοσφαιρόφιλοι οι δικοί του φίλοι, ο Ιάσονας αγαπάει πολύ τη μπάλα. Δεν ξέρω αν είναι καλός παίκτης (σουτάρει πάντως δυνατά) αλλά ακριβώς επειδή έμαθε τη μπάλα από μικρός, είναι ένας πολύ καλός φίλαθλος. Πριν 3-4 χρόνια που πήγαινε ακόμη δημοτικό, ήταν μια βροχερή εβδομάδα και ήμασταν όλη η οικογένεια συνέχεια στο σπίτι. Αφού εξαντλήσαμε τα επιτραπέζια και βαρεθήκαμε κάθε βράδυ το scrabble, το τάβλι και το σκάκι, πετάχτηκα για μια δουλειά σε γνωστό ξένο πολυκατάστημα της οδού Πειραιώς που μένει ανοικτό μέχρι αργά. Περιδιαβαίνοντας τους διαδρόμους έπεσα επάνω σε κάτι ξύλινους στρογγυλούς δοκούς, σαν κουρτινόξυλα. Ήταν όλων των μεγεθών σε μήκος και όλων των διαμέτρων σε πάχος. Ακόμα και μια πολύ μικρής διαμέτρου, μόλις 5mm. Δεν είχα ιδέα, ούτε και τώρα έχω, σε τι μπορεί να χρησιμεύει ένα τόσο λεπτό δοκαράκι. Το κόβουν και το κάνουν «καβίλιες» σε κάποια ξυλοκατασκευή; Χρησιμεύει σαν πίρος για παράθυρο; Μήπως το χρησιμοποιούν στις γλάστρες για να ψηλώσουν τα λουλούδια; Ποιος ξέρει; Εμένα πάντως η «φλασιά» μού είχε έρθει. Είναι σαν τη γνωστή διαφήμιση που κάποιος κοιτάζοντας ένα άδειο καλάθι φρούτων, ονειρεύτηκε το μπάσκετ.

Καθώς πιάνουν τα χέρια μου, σκέφτηκα ότι στο σπίτι έχω όλον τον εξοπλισμό από τα προηγούμενα projects μου. Τρυπάνι, πριόνι, βίδες. Δεν μου έλειπε τίποτα. Αγόρασα λοιπόν το δοκαράκι, καθώς κι ένα κομμάτι σανίδας πάχους περίπου 2cm. Δεν ξέρω από τι ξύλο ήταν. Ασφαλώς καπλαμάς, αλλά μού άρεσε οπτικά για το σκοπό που την ήθελα. Τους έβαλα στο κατάστημα και μου την έκοψαν σε διαστάσεις 40x25cm περίπου (οι διαστάσεις που αναλογούν σε ένα ποδοσφαιρικό γήπεδο σε μικρογραφία). Τα κομμάτια που περίσσεψαν δεν τα πέταξαν. Τους είπα να τα κρατήσουν γιατί τα ήθελα για τα πλαϊνά τοιχώματα αλλά και για το υπόβαθρο του «Μαρακανά» που είχα στο νου μου. Όταν πήγα σπίτι, έκοψα με ένα λεπτό πριόνι το δοκαράκι σε 22 ίσα μέρη των 3cm περίπου. Πάνω στη σανίδα, ο Ιάσονας με ένα μολύβι ζωγράφισε τις γραμμές του αγωνιστικού χώρου κι εγώ με το τρυπάνι, άνοιξα σε προκαθορισμένα σημεία 22 μικρές τρύπες, πάχους 6mm και βάθους ενός cm η κάθε μια. Ακολούθως βίδωσα τα πλαϊνά τοιχώματα αφήνοντας χώρο για τα τέρματα και στη συνέχεια βάλαμε τους «παίκτες» στη θέση τους. Ο Ιάσονας δεν πίστευε στα μάτια του. Ούτε εγώ.

Ομολογώ ότι είχα συγκινηθεί με τη κατασκευή μας. Άκουγα ξανά τα παιδιά της Εκαταίου και της Τιμοξένου στα αυτιά μου κι έβλεπα τον κυρ Ηλία να κάθεται στον καναπέ του σαλονιού μας και να διακωμωδεί την πολιτική κατάσταση με τον πατέρα μου. Η μάνα μου ετοίμαζε τα καφεδάκια τους στην κουζίνα και η κα Τούλα έφερνε από δίπλα το πιάτο με τα σπιτικά κουλουράκια που είχε φτιάξει εκείνη την ημέρα.

- «Μπαμπά, η μπάλα φεύγει πολύ γρήγορα».

Η φωνή του Ιασονάκου με έφερε ξανά στην πραγματικότητα. Δεν είχε καταλάβει ότι η μπάλα δεν έπρεπε να είναι σφαιρική και ότι η γκαζά που έβαλε δεν έκανε για αυτή τη δουλειά. Είναι το μοναδικό ποδοσφαιράκι που δεν θέλει σφαιρική μπάλα. Έβγαλα ένα 2ευρω και αρχίσαμε το παιχνίδι. Ήταν απίστευτο. Ζούσα ένα όνειρο. Το ποδοσφαιράκι δεν το έφτιαξα τελικά για το γιο μου αλλά για μένα. Δεν του το είπα βέβαια ποτέ…

Αργότερα ο Ιάσονας πρόσθεσε και δίχτυα στα τέρματα από το τούλι μιας μπομπονιέρας, τα οποία στερέωσε με κόκκινες-μπλε πινέζες (τα χρώματα τυχαία, ε;). Περάσαμε άπειρες ώρες παίζοντας το δικό μας εσωτερικό πρωτάθλημα. Ένα καταπληκτικό παιχνίδι που δεν είχε κοστίσει πάνω από 2-3 Ευρώ συνολικά. Η «μπάλα» ήταν σχεδόν ίσης αξίας με το ίδιο το «Μαρακανά». Κάποια στιγμή μάλιστα την αντικαταστήσαμε με ένα καναδικό δολάριο γιατί όποιος στο σπίτι δεν είχε ψιλά, θυμόταν ότι στο «Μαρακανά» υπάρχει πάντα ένα 2ευρω το οποίο τις περισσότερες φορές ξεχνούσε έπειτα να αντικαταστήσει και έτσι το «Μαρακανά» έμενε χωρίς μπάλα.

Πέρασαν μήνες χαράς. Δικές μου, του Ιάσονα, των φίλων του. Ο Ιάσονας μεγάλωσε. Κάποια στιγμή είπε ότι θα το έβαφε αλλά ήταν πια στο Γυμνάσιο και δεν είχε χρόνο ούτε για παιχνίδι, ούτε για τίποτα. Ούτε ξαναπαίξαμε μαζί στο «Μαρακανά». Βρίσκεται ξεχασμένο εδώ και καιρό στο πάνω ράφι της βιβλιοθήκης του δωματίου του. Ίσως κάποτε το βάψει ο δικός του γιος. Του ζήτησα αν το βαπτίσει ποτέ, να το ονομάσει «Γήπεδο Τούλας και Ηλία Δ». Για αντιπαροχή, ούτε να το σκέπτεστε…




Σωτήρης Ροδόπουλος
Μουντιάλ 2010

28.6.10

G20 στο Τορόντο


Πηγή: The Montreal Gazette

Όταν το αποτέλεσμα κρίνεται στις λεπτομέρειες...

του Κακού Μαθητή της Τάξης
(ΣΤ' Γυμνάστιο 1972)


Καπέλο (προπονητής της Αγγλίας του οποίου η ομάδα αδικήθηκε): «Η φάση του Λάμπαρντ ήταν μία από τις πιο σημαντικές στο ματς. Ο διαιτητής έκανε ένα από τα μεγαλύτερα λάθη. Είναι απίστευτο, σε μία εποχή όπου η τεχνολογία έχει εξελιχθεί τόσο πολύ, οι διαιτητές να μην μπορούν να αποφασίσουν αν υπάρχει γκολ ή όχι!».

Λεβ (προπονητής της Γερμανίας του οποίου η ομάδα ευνοήθηκε), προς τιμήν του: «Είδα τη φάση μετά το ματς στην τηλεόραση. Η μπάλα είχε περάσει καθαρά τη γραμμή της εστίας και έπρεπε να μετρήσει το γκολ».

Αγκίρε (προπονητής του Μεξικού του οποίου η ομάδα αδικήθηκε): «Οι διαιτητές είναι άνθρωποι και κάνουν λάθη. Όμως πιστεύω πως δύο λάθη άλλαξαν δραματικά τη ροή του αγώνα. Άλλο παιχνίδι έγινε πριν από αυτά κι άλλο μετά. Είναι προφανές πως το δεύτερο γκολ ήταν απόρροια του πρώτου. Χάσαμε την αυτοσυγκέντρωσή μας».

Καραγκιόζης (προπονητής του τσίρκου, ο οποίος για άλλη μια φορά ευνοήθηκε): «Αυτό που συμβαίνει τώρα στον Μέσι το είχα βιώσει κι εγώ 20 χρόνια πριν. Οι αντίπαλοι πήγαιναν για τα πόδια μου και όχι για την μπάλα. Αυτό που συμβαίνει είναι σκανδαλώδες... Κερδίσαμε ένα μεγάλο παιχνίδι και πιστεύω πως ήμασταν ανώτεροι σε όλη τη διάρκεια του αγώνα. Οι παίκτες μου έκαναν το καλύτερο δυνατό».


Ο Κακός της Τάξης


ΥΓ. Μετά από αυτά που γίνονται στο Μουντιάλ, φανταστείτε τι παπαροδικαιολογίες θα έχουν να λένε φέτος οι Πουπουρουποβαρούχες!

27.6.10

«...και φωτιές ανάβανε στους απάνω δρόμους, τ' Αη-Γιάννη θα 'τανε θαρρώ...»

του Κώστα Κορωναίου
(ΣΤ' Γυμνάσιο 1972)






Παραμονή του Αη Γιάννη του Κλήδονα, 23 Ιουνίου. Το έθιμο το τηρούσαμε πάντα. Κάθε χρόνο, ανελιπώς. Ανάβαμε φωτιές στις γειτονιές. Οι μόνοι που είχαν αντιρρήσεις, ήταν οι μανάβηδες της γειτονιάς. Κάθε χρόνο τέτοια μέρα, έβλεπαν τα καφάσια τους να γίνονται παρανάλωμα του πυρός, κυριολεκτικά. Θυμάμαι τον Τάσο τον Λουκατζίκο, στη μέση της Φραντζή, να μαζεύει κλείνοντας το μαγαζί, τους σωρούς τα καφάσια του και να τα κλειδώνει στο μαγαζί για να τα σώσει από τον αφανισμό. Κάναμε όμως μερικές διαπραγματεύσεις και τον καταφέρναμε να μας προσφέρει μερικά, τα πιό παλιά. Γυρίζαμε παντού εκείνη την ημέρα ψάχνοντας να βρούμε ξύλα για τη φωτιά. Και τα καταφέρναμε. Το βράδυ, στη μικρή πλατεία που σχημάτιζε η Αγκύλης με την Λασσάνη και την Μανδροκλέους, μια μεγάλη φωτιά, γιά όλους εμάς τους πιτσιρικάδες που θεωρούσαμε αυτονόητη την τήρηση του εθίμου. Εντάξει, δεν τα κάναμε όλα. Ούτε το αμίλητο νερό πίναμε, ούτε να μαντέψουμε το μέλλον προσπαθούσαμε. Κάναμε όμως τα βασικά. Πηδάγαμε πάνω από τη φωτιά! Κι αυτό ήταν όλο.

«...Ανάβουνε φωτιές στις γειτονιές του Αη-Γιάννη αχ πόσα ξέρεις και μου λες, αχ πόσα τέτοια ξέρεις και μου λες, που 'χουν πεθάνει».



Πηγές:
Η φωτογραφία της ανάρτησης είναι από παλιό άρθρο της Καθημερινής που μπορείτε να διαβάσετε στο link:

Οι στίχοι του Λευτέρη Παπαδόπουλου και του Μάνου Ελευθερίου που χρησιμοποιήθηκαν, έχουν γίνει υπέροχα τραγούδια από το Γιάννη Σπανό και το Δήμο Μούτση αντίστοιχα, τα οποία μπορείτε να θυμηθείτε στα παρακάτω links:

Παίζαν οι μικρότεροι κλέφτες κι αστυνόμους
κι ήταν αρχηγός η Αργυρώ
και φωτιές ανάβανε στους απάνω δρόμους
τ' Αη Γιάννη θα 'τανε θαρρώ

Λευτέρης Παπαδόπουλος/Γιάννης Σπανός/Χαρούλα Αλεξίου (Νεοκοσμίτισσα για κάποιο διάστημα) :


Ανάβουνε φωτιές στις γειτονιές
του Αη-Γιάννη αχ πόσα ξέρεις και μου λες
αχ πόσα τέτοια ξέρεις και μου λες
που 'χουν πεθάνει

Μάνος Ελευθερίου/Δήμος Μούτσης/Δημήτρης Μητροπάνος:




Info:

To πανάρχαιο έθιμο του Κλήδονα (η γιορταστική αποκάλυψη των μελλοντικών συζύγων των κοριτσιών) διατηρείται -ευτυχώς- ακόμη και σήμερα, σε πολλά μέρη της πατρίδας μας. Το κλίμα αυτών των εορτών έχει  καταγραφεί υπέροχα από τον εθνικό ποιητή Γιώργο Σεφέρη και μελοποιηθεί από το Γιάννη Μαρκόπουλο:

Τα μονοκοτυλήδονα και τα δικοτυλήδονα
ανθίζανε στον κάμπο
σου το 'χαν πει στον κλήδονα και σμίξαμε φιλήδονα
τα χείλη μας, Μαλάμω

Γιώργος Σεφέρης/Γιάννης Μαρκόπουλος/Λάκης Χαλκιάς:

ekto1972

26.6.10

Λιθαράκια μνήμης

της Μαρίας Α.
(ΙΒ΄ Θηλέων 1971)


Αγαπητοί φίλοι, παιδιά όλοι του Ν. Κόσμου, ας βάλουμε όλοι τα λιθαράκια της μνήμης μας μήπως και φτιάξουμε ξανά.....ένα νέο κόσμο!!!!

Είχα την τύχη να φοιτήσω και στα δύο εξαιρετικά «ιδρύματα» και στο Amherst College (Δημοτικό Σχολείο του Ξυνού) και στο M.I.T (12ο Γυμνάσιο Θηλέων), οπότε καταλαβαίνετε ότι συγκινήθηκα ιδιαίτερα από το ταξίδι που «στήσατε» εσείς όλοι, πίσω στο χρόνο, τότε που ήμασταν παιδιά και η ζωή ήταν απλά γεμάτη από εικόνες (…μετά άρχισε η υλοποίησή τους). Όλα ήταν αθώα και σε κάθε περίπτωση, λειτούργησαν ευτυχώς σαν στέρεα θεμέλια και αποκούμπι της ψυχής μας, κάθε φορά που έρχονταν τα δύσκολα!!!


Για να συνεισφέρω λίγο και εγώ στις μνήμες, σας στέλνω δύο φωτογραφίες. Η πρώτη είναι της Γ΄ τάξης, έχει ληφθεί στις 11-3-1962, Απόκριες (είναι η τάξη των παιδιών που γεννήθηκαν το 1953, πήγαν στην Α΄ Δημοτικού το 1959 και αποφοίτησαν από την ΣΤ΄ Γυμνασίου το 1971) και η δεύτερη είναι των ίδιων παιδιών όταν ήσαν στη ΣΤ΄ τάξη, όπου και φαίνονται ο διευθυντής Βασίλης Ταξάκης, ο δάσκαλος της Ε΄ τάξης Βασίλης Σύμψας, (τον άλλο κύριο δεν τον θυμάμαι), και η δασκάλα (αυτή στο πλάϊ αριστερά) Ευαγγελία Καλύβα(;). Σας θυμίζω ότι αριστερά κάτω από τη σκάλα έμενε η κ. Σταματίνα (την έχω φωτογραφία) που καθάριζε το σχολείο κλπ., μια καλή γυναίκα (καμία σχέση με τους Μήτσους των Γυμνασίων ΣΤ' και ΙΒ' ). Τα παιδιά των φωτογραφιών τα θυμάμαι (..με τη βοήθεια σημειώσεων βεβαίως!!!).


Τέλος, μια πινελιά ανάμνησης στις τόσες πολλές, σας θυμίζω το τσαγκάρικο του Κυρ-Ηλία (Μπέρτου), ένα μικρό κτίσμα 1 x 1, στην Εκαταίου, που έκοβε όμως στη μέση την οδό Γεωμέτρου. Γκρεμίστηκε στη δεκαετία του 1970, όταν άνοιξε ο δρόμος.

Ευχαριστώ για τη χαρά που μου δώσατε, θα τα ξαναπούμε.

Μαρία
Ιούνιος 2010

24.6.10

Η Εθνική Ελλάδος στο Μουντιάλ...

...όπως την είδε αυτές τις μέρες ΤΟ ΕΘΝΟΣ,...


...όπως την είδαν ΤΑ ΝΕΑ,...


αλλά και όπως είδαν στη Montreal Gazette, τον αποκλεισμό της Γαλλίας.

23.6.10

Δυστυχώς...

του Κακού Μαθητή της Τάξης
(ΣΤ' Γυμνάστιο 1972)










...δεν θα πάρουμε και αυτή τη φορά το Παγκόσμιο Κύπελλο. Ο Ρεχάγκελος είπε στον οδηγό του πούλμαν που μετέφερε την ομάδα στο γήπεδο, να το παρκάρει μπροστά στο τέρμα μας, αλλά αυτός –αφρικανός γαρ- βουβουζελάθηκε ανάμεσα στις ασπίδες, τις χλαμύδες και τις φουστανέλες του πατροπαράδοτου ελληνικού γηπεδικού κιτς και το ξέχασε. Ο προδότης! Ο πράκτορας των Ν. Κορεατών! Μόνο για παράνομα CD είναι.

Στο μεταξύ το υπερεκτιμημένο αργεντίνικο τσίρκο που έχει μπολιαστεί εδώ και χρόνια από μεγάλες δόσεις ΔΝΤ, είχε τόσο εκνευριστεί με τα Παπασταθοπουλικά τεκταινόμενα, που στο τέλος ο γνωστός πίθηκος του πάγκου, πανηγύρισε την τεράστια επιτυχία. Να σκοράρει δηλαδή δυο φορές η ομάδα τους χωρίς τη βοήθεια της Θείας Χειρός! Ανέμισε μάλιστα κάτι ασημένιες δακτυλικές καδένες, χοροπηδώντας στις αγκαλιές των άλλων που –τι να κάνουν;- υπέμεναν τον κουστουμαρισμένο ζουμπά. Ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες που λένε ότι γνωστή μάρκα βαφής μαλλιών-φρυδιών, είναι ο κρυφός σπόνσορας της εθνικής της χώρας του τανγκό (από την οποία κάποτε μας τάισε κάτι «υγιεινά» κρέατα η χούντα), θεωρούμε ότι θα αποδειχτούν εντελώς κακοήθειες.

Πάντως –μεταξύ μας- ήταν βαφή καλής ποιότητας. Ούτε έτρεξε στο πλάι, ούτε ξεθώριασε. Το διαπίστωσε κι ο Κυργιάκος στο τέλος, όταν πλησίασε το τέρας «ευφυΐας». Οι άλλες πληροφορίες που λένε ότι το ταλκ στην τσάντα του βοηθού «θεού» δεν ήταν ακριβώς ταλκ, ούτε αλεύρι, ούτε τέλος πάντων κάτι παρόμοιο, δεν ξέρουμε σε τι αποσκοπούν. Προφανώς να θίξουν το λαϊκό «ήρωα» ενός λαού που ζαλισμένος για δεκαετίες από Περόνες, Βιδέλες και τούμπαλιν , έχει ξεχάσει τις μάνες της «Πλατείας Μαΐου» που πεθαίνουν πια μια-μια χωρίς να βρουν ποτέ τους desaparecidos τους, όπως και εμείς έχουμε ξεχάσει ότι το υπερχρεωμένο και κάργα ΔουΝουΤιασμένο, Μπουένος Άιρες, ήταν κάποτε «αντίπαλός» μας για την Ολυμπιάδα.

Άντε και στο επόμενο ΠΚ! Να είμαστε όλοι καλά μέχρι τότε, να απολαύσουμε ξανά Ρεχάγκελο, Ρεχαριστέα και εισαγόμενους Ρεχαβύντρες, μόλις κατά 4 ρεχρονάκια μεγαλύτερους αλλά πάντα διαυγείς και ακμαίους. Α, μην το ξεχάσω. Αν δεν βρίσκουμε ψηλά παιδιά για Ρεχατερματζήδες, δεν πειράζει. Οι «ρούφες» της Παιανίας πάντα θα βγάζουν το γέλιο που τόσο ανάγκη έχουμε ως χώρα. Άσε που μπορεί να λύσουν και το κυκλοφοριακό. Οι έμπειροι «τροχονόμοι» είναι πάντα χρήσιμοι. Κάτι σαν τους «κηπουρούς» δηλαδή.


Ο Κακός της Τάξης



Πηγή Φωτ.:
http://www.dailymail.co.uk/sport/worldcup2010/article-1287773/Des-Kelly-Is-madness-love-Diego-Maradona.html

21.6.10

Αφιέρωμα στο Μουντιάλ (2): Άσκηση θάρρους

του Κώστα Δανιά
(ΣΤ' Γυμνάσιο 1972)





Ιούνης 1971, η Ελλάδα παραμιλάει με την πορεία του Παναθηναϊκού στο Κύπελλο Πρωταθλητριών που έχει φτάσει στον τελικό. Το μεγάλο ματς στο Γουέμπλεϋ ξεκινά απόγευμα και η 5η τάξη στο ΕΚΤΟ έχει μάθημα στην απογευματινή βάρδια.

Μίνι σύσκεψη στο διάλειμμα: Όλοι περίλυποι και ουδείς αμφιβάλλει ότι ο "κουλός" - κέρβερος και άτεγκτος θεματοφύλακας της ... νομιμότητας και των απουσιών - θα απορρίψει ασυζητητί κάθε αίτημα να παρατήσουμε τα μαθήματα για ... την μπάλα! Παρ' όλ' αυτά, "τι είχαμε, τι χάσαμε", αναλαμβάνω να ζητήσω εγώ τη σχετική άδεια και μετά από λίγο ακολουθεί ο εξής διάλογος στο γραφείο του Παπαϊωάννου:

ΚΔ: (τοκ-τοκ στην πόρτα) Επιτρέπεται κ. Γυμνασιάρχα;

Π: (με αυστηρό ύφος, πάνω από τα γυαλιά) Τι τρέχει;

ΚΔ: Να, ξέρετε, σήμερα παίζει ο Παναθηναϊκός στο Γουέμπλεϋ και ....

Π: (πετάγεται όρθιος και με ακόμη πιο αυστηρό και "απορριπτικό" ύφος) Και λοιπόν, τι πα να πει αυτό;

ΚΔ: (τι να του πεις τώρα...) Να, λέγαμε μήπως θα μπορούσαμε, για κανένα διωράκι .... (κόμπος η γλώσσα και περιμένω ν' ακούσω τα χειρότερα!)

Π: (ξαφνικό νόημα, με το - καλό - χέρι, να πλησιάσω το γραφείο του, όπου ο άνθρωπος μεταμορφώνεται: η φωνή χαμηλή και συνωμοτική, το βλέμμα καλοσυνάτο) Δανιά, παιδί μου, να ξέρεις ότι στη ζωή κάποια πράγματα λέγονται και δεν γίνονται και κάποια άλλα ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΔΕΝ ΛΕΓΟΝΤΑΙ. Συνεννοηθήκαμε;

ΚΔ: (με εξ ίσου συνωμοτικό χαμόγελο) Απόλυτα. Χαίρετε!

Ακολούθησε μεταβολή, έξοδος, ενημέρωση, πανηγυρισμοί, ποδοβολητό στις σκάλες και ... σε 10 λεπτά όλο το τσούρμο στην Βρεσθένης για το ματς, στο σπίτι του Σωτήρη, περιχαρείς για το αποτέλεσμα της απόπειρας. Το σχολείο βέβαια "άδειασε" ακόμη και από τους καθηγητές!

16.6.10

Οι κινηματογράφοι που πηγαίναμε (Μέρος 3ο) - Ωδή στην Εύα

του Κώστα Κορωναίου
(ΣΤ' Γυμνάσιο 1972)




Σ’ αυτό το τρίτο μέρος του αφιερώματος στους κινηματογράφους που πηγαίναμε, θέλω να κάνω ιδιαίτερη αναφορά σ’ έναν κινηματογράφο, που υπήρξε ο πρωτοπόρος, την εποχή εκείνη, σε ένα νέο είδος κινηματογραφικών προβολών, τις «τσόντες». Ο κινηματογράφος «ΕΥΑ», εκεί ψηλά, στον Άγιο Αρτέμιο (Γούβα), στο τέλος της ανηφόρας της Εμπεδοκλέους.

Να θυμίσω στους νεώτερους, που ίσως μας διαβάζουν, ότι «τσόντα» ονομαζόταν η προσθήκη ενός κομματιού ταινίας μέσα στην κανονική διάρκεια μιας άλλης ταινίας. Δηλαδή, εκεί που παρακολουθούσες αμέριμνος μια ταινία γουέστερν, ξαφνικά και χωρίς προειδοποίηση, προβάλλονταν μπροστά σου τα αχαλίνωτα πάθη της Εμμανουέλλας, δηλαδή «έπεφτε τσόντα». Η τσόντα διαρκούσε 5-10 λεπτά, κι ύστερα η αρχική ταινία συνεχιζόταν, το ίδιο ξαφνικά και απροειδοποίητα, από το σημείο που είχε διακοπεί. Αυτό μπορούσε να γίνει 3-4 φορές κατά τη διάρκεια μιας προβολής. Και επειδή βέβαια αυτά τα κομμάτια ταινίας, οι «τσόντες», ήταν πάντα πορνογραφικού περιεχομένου, στο τέλος η λέξη τσόντα ταυτίστηκε με την πορνογραφία, άρα οτιδήποτε πορνογραφικό λέγεται, κατ’ ευφημισμό, τσόντα.

Την τεχνική λοιπόν αυτή της τσόντας, την πρωτοεφάρμοσε η «ΕΥΑ» στον Αγ. Αρτέμιο, στα χρόνια της χούντας, αρχές δεκαετίας του 70. Και πάντα στη βραδινή παράσταση. Σύντομα, το γεγονός έγινε ευρύτερα γνωστό, όχι μόνο μέσα στο λεκανοπέδιο της Αθήνας, αλλά και λίγο πιο έξω (Μέγαρα, Ελευσίνα κλπ). Και κόσμος άρχισε να συρρέει στην ανηφόρα της Εμπεδοκλέους, τα δε λεωφορεία της γραμμής, λίγο πριν της 10 το βράδυ, ανηφόριζαν αγκομαχώντας από τον πολύ κόσμο.

Φυσικά, δεν ήταν δυνατόν να μη φτάσει το χαρμόσυνο νέο στ’ αυτιά μας. Περίεργοι όντες, ξεκινήσαμε δειλά-δειλά, τις επισκέψεις μας, για να διευρύνουμε τον κύκλο των ενδιαφερόντων μας και των γνώσεών μας, αλλά και για να γίνουμε μάρτυρες μιας νέας κινηματογραφικής τεχνικής, που γνώρισε την αποθέωση στις μέρες μας, από τις ιέρειες της τέχνης, Τζούλια και Μαριάννα. Οι επισκέψεις αυτές, γρήγορα πήραν τον χαρακτήρα μαζικών εκδρομών των μαθητών του ΣΤ' Γυμνασίου (επ’ αυτού, κάτι ξέρουν και τα παιδιά της Τάξης του '70). Γίνονταν προσυγκεντρώσεις, συνήθως στο ημιυπόγειο καφενείο του Σωτήρη, στην Αγκύλης ή στην παιδική χαρά στη γωνία Αγκύλης και Πυθέου, όπου και η έδρα του μπασκετικού Πρωτέα, και την προκαθορισμένη ώρα, το τσούρμο ξεκινούσε.

Πηγαίναμε με τα πόδια, δεν ήταν δα και πολύ μακριά. Δεν ήμασταν όμως πάντα τυχεροί. Τύχαινε τώρα, τις πληροφορίες για το τι γίνεται σ΄αυτόν τον κινηματογράφο, να τις έχει και η Αστυνομία. Και θα θυμάστε οτι η Χούντα ήταν πολύ αυστηρών ηθών. Έρχονταν λοιπόν κάνα-δυό μυστικοί, να διαπιστώσουν την τέλεση του εγκλήματος. Τώρα, πώς τους έπαιρνε χαμπάρι ο ιδιοκτήτης της «ΕΥΑΣ», μυστήριο. Έμπαινε λοιπόν περιδεής στην αίθουσα και ανακοίνωνε στο φιλοθεάμον κοινό, πως «απόψε παιδιά δεν έχει τσόντα, γιατί μας την έχουν στημένη οι μπάτσοι». Χαμός! Φωνές, αλαλαγμοί, κατάρες, παρακάλια. «Έλα, ρε μάστορα, βάλε, λιγάκι μόνο, δεν θα κάνουμε φασαρία, σε παρακαλούμε δηλαδή». «Παιδιά, αποκλείεται, δεν γίνεται, θα μας κλείσουνε μέσα». «Έλα, ρε φίλε, σε παρακαλώ, έχουμε έρθει από την Ελευσίνα με πούλμαν, κάνε κάτι». Ύστερα, το κοινό, ξεσπούσε σε έντονες προτροπές «ρίξε την τσόντα ρε μαλάκααα...» ακόμα και σε ανοιχτές απειλές «Αχιλλέα, θα πεινάσεις!!!» (Αχιλλέας ήταν ο μηχανικός προβολής) ή «Αχιλλέα, θα πεινάσουν τα παιδάκια σου, ρέεε...».

Όταν, τις καλές μέρες έπεφτε η τσόντα, γινόταν στην αίθουσα Ο χαμός. Υπήρχε τέτοιος σχολιασμός που δάκρυζες από τα γέλια. Λεγόντουσαν απίστευτα πράγματα, που δε γράφονται εδώ, στα πλαίσια αυτού του επιμορφωτικού αφιερώματος. Ευρηματικά τα περισσότερα, δημιουργούσαν ατμόσφαιρα φαρσοκωμωδίας. Πιστεύω, ότι λόγω αυτής της περιρρέουσας ατμόσφαιρας που δημιουργείτο στις προβολές τσόντας, όταν αργότερα άνθισε το ελληνικό πορνό με τον Γκουσγκούνη και την Τίνα Σπάθη, οι πρωταγωνιστές διάνθιζαν τη δραστηριότητα τους με διάφορες κωμικές ατάκες, πολλές από τις οποίες έγραψαν ιστορία. (Για παράδειγμα, σε κάποια ταινία, ο πρωταγωνιστής – Γκουσκγούνης – έχει ξυπνήσει και στέκεται όρθιος, ακουμπώντας το... εργαλείο του στο καλοριφέρ. Η συμπρωταγωνίστριά του ξυπνάει κι αυτή, τον βλέπει και τον ρωτάει «Τι κάνεις εκεί αγάπη μου;» «Ζεσταίνω το πρωϊνό σου μωρό μου!!!»).

Αυτή είναι εν ολίγοις η ιστορία της ΕΥΑΣ, ενός κινηματογράφου που δημιούργησε σχολή, που υπήρξε πρωτοπόρος ενός φαινομένου, την γέννηση του οποίου είχαμε την «τύχη» να παρακολουθήσουμε ζωντανά. Σύντομα, κι άλλοι κινηματογράφοι κι εδώ και στην επαρχία ακολούθησαν το παράδειγμα της ΕΥΑΣ. Μέχρι που μπήκαν στη ζωή μας οι αίθουσες αποκλειστικής προβολής ταινιών πορνό, μέχρι που άνθισε η παγκόσμια αλλά και η ελληνική πορνογραφία, μέχρι που η πορνογραφία πήρε θέση στο σαλόνι μας.

Τέλος 3ου μέρους


...για να πιείτε Ταμ-Ταμ!


"...Σάμαλι-Παστέλι-Κωκ, Λεμονάδες-Πορτοκαλάδες, Mπυράλ..."

16 χρόνια χωρίς το Μάνο

15.6.10

Αφιέρωμα στο Μουντιάλ (1): Φοίβαρος

Φοίβος Νέου Κόσμου (circa 1962)

Μέρες μουντιάλ και μια και η μπάλα που βλέπουμε στη "βουβουζέλαντ" δεν λέει προς το παρόν και πολλά πράγματα, ας θυμηθούμε τη μια από τις δυο ομαδάρες του Νέου Κόσμου, τον θρυλικό Φοίβο. Στη χιλιοταλαιπωρημένη φωτογραφία της ανάρτησης λείπει βέβαια μισός παίκτης αλλά ακόμη και έτσι, ο Φοίβαρος είναι για πάντα πρωταθλητής. Μαζί με τη Δόξα Νέου Κόσμου αποτελούσαν πόλο έλξης της νεολαίας και οπωσδήποτε βασική αιτία του τοπικού ποδοσφαιρικού εμφυλίου της Κυριακής. ( Όταν ενώθηκαν και έγινε ο Θρίαμβος, πολλοί αναρωτήθηκαν "και τώρα με ποιόν θα τσακωνόμαστε;"). Στη φωτογραφία ντοκουμέντο, αναγνωρίζουμε όρθιο αριστερά τον τερματοφύλακα Λευτέρη Πουπάκη (αργότερα στο Αιγάλεω, στον Ολυμπιακό Π. και στην Εθνική Ελλάδος) και τέταρτο όρθιο από αριστερά τον Παναγιώτη Σαρηγεωργίου. Όποιος άλλος φίλος αναγνωρίζει τους υπόλοιπους ή έχει -κυρίως- ολόκληρη τη φωτογραφία, ας μας στείλει ένα Email.

"Ο τρίτος από πάνω είναι ο Δημήτρης ο Μαντάς, ο δεύτερος από κάτω είναι ο Τάκης ο Αλευρομύτης, ο προτελευταίος από κάτω ο Γιωργάκης (θα θυμηθώ και το επώνυμό του) και δίπλα του ο Παύλος ο Κανταρτζής, ο επιλεγόμενος και Παυλάρας ή σβούρας, ένα φοβερό αριστερό εξτρέμ, δίπλα στον Αλευρομύτη ίσως είναι ο Λάκης ο Λίσκας" Απ.Λιάπης - ΣΤ' Γυμνάσιο 1970 
(Γιατρέ, ευχαριστούμε)

"Ο ΠΡΩΤΟΣ ΑΠΟ ΚΑΤΩ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΓΙΩΡΓΟΣ Ο ΚΟΥΡΟΥΚΙΑΒΟΥΡΗΣ, Ο ΤΕΤΑΡΤΟΣ ΚΑΤΩ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Ο ΔΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΕΠΑΝΩ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΔΙΠΛΑ ΣΤΟΝ ΠΟΥΠΑΚΗ ΕΙΝΑΙ Ο ΜΑΚΗΣ Ο ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ. ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ, ΤΡΥΦΩΝ"

(Κι εμείς ευχαριστούμε)


Παναγιώτης Σαρηγεωργίου

Στη δεύτερη σημερινή φωτογραφία βλέπουμε τον χαφ του Φοίβου, Παναγιώτη Σαρηγεωργίου, μέσα στο γήπεδο του Φοίβου. Κρατάμε μόνο μια επιφύλαξη αν είναι όντως το γήπεδο αυτό, γιατί εμείς το θυμόμαστε με ξύλινη περίφραξη γύρω-γύρω και όχι με τσιμεντόλιθους όπως στη φωτογραφία. Ξανά, αν κάποιος φίλος θυμάται καλύτερα, ας μας γράψει για να το διορθώσουμε.


------
Ευχαριστούμε το φίλο και συνάδελφο Μιχάλη Σαρηγεωργίου για την παραχώρηση των φωτογραφιών.

Με την ευκαιρία, ανακαλύψαμε ένα site που αφορά το τμήμα του γυναικείου μπάσκετ του Θριάμβου, στο οποίο από ό,τι φαίνεται γίνεται σπουδαία δουλειά: http://www.thriamvos.com

11.6.10

Οι κινηματογράφοι που πηγαίναμε (Μέρος 2ο)

του Κώστα Κορωναίου
(ΣΤ' Γυμνάσιο 1972)








Φωτ. Κυνόσαργες

Ας φανταστούμε αυτήν την εικόνα: Βράδυ, δρόμος άδειος από αυτοκίνητα και με λιγοστούς ανθρώπους. Χωρίς μεγάλα ή μικρά καταστήματα, χωρίς βιτρίνες ή φωτεινές επιγραφές και διαφημίσεις. Με το δημοτικό φωτισμό ίσα-ίσα να σπάει το σκοτάδι. Και, ξαφνικά, έντονα φώτα, χρωματιστά. «Σήμα κατατεθέν» του κινηματογράφου, του πολιτισμικού κέντρου της συνοικίας. Η εικόνα αυτή, που σήμερα μοιάζει εξωπραγματική, ήταν ιδιαίτερα γνώριμη στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια.

Κοινωνικό φαινόμενο
Ο κινηματογράφος συνδύαζε την ψυχαγωγία με την ενημέρωση, σε πολύ προσιτή τιμή. Στα χρόνια μετά τον πόλεμο, η Ελλάδα μπαίνει σε μια φάση ανασυγκρότησης και η νέα γενιά λαχταράει να χαρεί τη ζωή της. Οι νέοι εγκαταλείπουν τα χωριά τους και συγκεντρώνονται στην Αθήνα και στις άλλες μεγάλες πόλεις. Ο πόλεμος και η οικονομική στενότητα, δεν τους έχουν επιτρέψει να γνωρίσουν ή να μάθουν αρκετά πράγματα. Τα μέσα της εποχής, δεν προσφέρουν εικόνες: η τυπογραφία δεν έχει ακόμα εξελιχθεί, η φωτογραφική κάλυψη είναι ανεπαρκής, στις εφημερίδες και στα περιοδικά λίγες μαυρόασπρες φωτογραφίες μόνο. Η εικόνα του κινηματογράφου, με τη δύναμη της φυσικότητας και την παραστατικότητα της κίνησης, φέρνει όλο τον κόσμο στις οθόνες των αιθουσών. Γοητευμένοι οι θεατές, μέσα από τις κινηματογραφικές ταινίες, ανακαλύπτουν το σύμπαν που τους περιβάλλει: άλλες πόλεις, άλλες χώρες, άλλες εποχές, άλλες συνήθειες. Οι θεατές βιώνουν τα δρώμενα επί της οθόνης, ταυτίζονται με τα θετικά πρόσωπα των έργων και νιώθουν απέχθεια, ακόμα και στην πραγματική ζωή, για τους «κακούς». Μέσα από τις κινηματογραφικές ταινίες, οι θεατές ταξιδεύουν σε άλλους τόπους, συναρπαστικές πόλεις, ζούγκλες και ερήμους, βυθούς θαλασσών, ακόμα και στο διάστημα. Συναναστρέφονται μεγιστάνες του πλούτου, γόησσες και γόητες, ήρωες της μυθολογίας, προϊστορικά τέρατα.

Έξω και μέσα στην αίθουσα
Όπως είναι επόμενο, οι κινηματογραφικές αίθουσες γίνονται σημεία αναφοράς. Οι θεατές «βάζουν τα καλά τους» για να τις επισκεφθούν. Οι κεντρικοί κινηματογράφοι είναι μεγάλοι, επιβλητικοί και γίνονται ναοί της 7ης τέχνης. Οι θεατές προσέρχονται μαζικά δημιουργώντας ουρές στα ταμεία. Δεν ξέρουν πολλά για την ταινία. Τα μέσα ενημέρωσης είναι ανεπαρκή, οι άνθρωποι δεν διαβάζουν ιδιαίτερα εφημερίδες και οι κριτικές αντιμετωπίζονται με επιφύλαξη. Έτσι, οι θεατές του 50 και 60 εμπιστεύονται το ένστικτό τους, λαβαίνουν υπ’ όψη τις φήμες και επηρεάζονται από τον τίτλο της ταινίας. Όμως, το τελικό κριτήριο είναι οι φωτογραφίες στις προθήκες των κινηματογράφων. Η παρακολούθηση της ταινίας από την αρχή δεν υπήρχε, ούτε η αναμονή στην είσοδο. Οι θεατές μπαίνουν στην αίθουσα μόλις φτάσουν, ακόμα και στο τελευταίο δεκάλεπτο και φεύγουν όταν η ταινία φτάσει στη σκηνή που ήρθαν – το θρυλικό «εδώ ήρθαμε, πάμε να φύγουμε». Οι όρθιοι, κάνουν επιδρομή να καταλάβουν τις θέσεις αυτών που φεύγουν. Γίνονται μικροεπεισόδια, οικογένειες και παρέες χωρίζουν γιατί δεν βρίσκονται θέσεις για όλους.

Ρίξε φλιτ
Η τεχνολογία είναι ακόμα ανεπαρκής. Η θέρμανση και ο εξαερισμός σπανίζουν. Η αίθουσα θερμαίνεται και από τους θεατές που τη γεμίζουν. Η ατμόσφαιρα γίνεται αποπνικτική από τις αναπνοές και άλλες... ανθρώπινες μυρωδιές. Έτσι, τον αερισμό αναλαμβάνουν μικρά παράθυρα, εξαεριστήρες τύπου... κουζίνας. Πολύ συχνά, οι ταξιθέτριες εμφανίζονται με μια τρόμπα στο χέρι, που περιέχει αρωματικό υγρό και «φλιτάρουν» ψηλά στον αέρα, για να κάνουν πιο ευχάριστη την ατμόσφαιρα. Οι υπότιτλοι στις ξένες ταινίες προβάλλονται, στην αρχή, από διαφορετική μηχανή σε διαφορετική οθόνη, σαν λωρίδα κάτω από την κανονική. Αργότερα, πάλι από διαφορετική μηχανή, «πέφτουν» πάνω στην ταινία, στο κάτω μέρος. Αμα έστρεφες το κεφάλι στο πίσω μέρος της αίθουσας, έβλεπες από το θάλαμο προβολής, δυο φωτεινές δέσμες να στέλνονται στην οθόνη.

Σάμαλι, παστέλι, κοκ
Οι παλιοί κινηματογράφοι δεν διέθεταν πάντα μπαρ. Οι περισσότεροι θεατές δεν είχαν λεφτά για την «πολυτέλεια» ενός αναψυκτικού ή ενός σνακ. Άλλοτε πάλι, δεν άφηναν τη θέση τους να πάνε στο μπαρ, για να μη τη χάσουν. Αφού λοιπόν δεν πήγαιναν οι θεατές στο μπαρ, τότε το μπαρ ερχόταν σε αυτούς, με τη μορφή ενός δίσκου που τον περιέφερε στην αίθουσα, στα διαλείμματα, ο μπάρμαν ή ο βοηθός του, τις περισσότερες φορές κάποιος πιτσιρικάς. Ο δίσκος περιείχε λίγα αναψυκτικά, γλυκά, ξηρούς καρπούς. «Σάμαλι, παστέλι, κοκ – λεμονάδες, πορτοκαλάδες, μπιράλ!». Το μπιράλ ήταν ανθρακούχο αναψυκτικό, υποκατάστατο της Coca Cola που δεν κυκλοφορούσε τότε. Και το σάμαλι ήταν ένα σοροπιαστό γλύκισμα από σιμιγδάλι. Αποτελούσε, μάλιστα, το υλικό για να καρφώνονται οι χάρτινες σαΐτες στην οροφή ή την οθόνη. Οι πιο ζωηροί θεατές έφτιαχναν με το πρόγραμμα μια σαΐτα, κολλούσαν στη μύτη της ένα μπαλάκι σάμαλι και την εκτόξευαν με δύναμη στα ύψη (απίστευτο θέαμα στο χειμερινό ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ όπου δεκάδες χάρτινες σαίτες κρέμονταν από την οροφή). Τα άδεια μπουκάλια των αναψυκτικών αφήνονταν επίτηδες να κατρακυλούν στο επικλινές δάπεδο της αίθουσας, με το χαρακτηριστικό τους ήχο να διακόπτει την προσήλωση των θεατών στην ταινία. Τα «σπόρια» –οι ξηροί καρποί– πωλούνταν εντός του κινηματογράφου, αλλά και έξω από αυτόν, από πλανόδιους πωλητές. Ζεστά και σε προσιτό κόστος, αποτελούσαν… στάνταρ εξοπλισμό για τους θεατές. Το πιο «αμαρτωλό» είδος ήταν ο πασατέμπος και ο λιόσπορος, που ενοχλούσαν τους άλλους θεατές με τον ήχο τους. Έτσι, εμφανίστηκαν στις προθήκες ή και στα προγράμματα των κινηματογράφων οι ειδοποιήσεις «Απαγορεύεται ο πασατέμπος εντός της αιθούσης».

Σήμερον…
Τα «προγράμματα», ήταν έντυπα, μονόφυλλα ή δίφυλλα, με «Λίγα λόγια για την υπόθεση του έργου». Πολύ χρήσιμα, τις περισσότερες φορές, αφού, όπως είπαμε, οι θεατές έμπαιναν σε οποιαδήποτε σκηνή και δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι ήταν αυτό που έβλεπαν. Διάβαζαν αυτά τα «λίγα λόγια» για να μπουν στο νόημα. Εκτός από τα λίγα λόγια για την ταινία, το πρόγραμμα ανάγγελλε και τα «προσεχώς». Μερικές φορές είχε και διαφημίσεις. Οι συνοικιακοί και οι θερινοί κινηματογράφοι έδιναν συνήθως ένα απλό μονόφυλλο, τυπωμένο στη μια όψη μόνο, με τα «λίγα λόγια για την υπόθεση». Υπήρχε ένα στερεότυπο κείμενο που ταίριαζε σε κάθε περίπτωση, του τύπου «Ένα εξαιρετικό αριστούργημα που θα καταπλήξει. Κάθε σκηνή σκορπίζει ατέλειωτες συγκινήσεις…» και κατέληγαν στο κλασικό «Η συνέχεια επί της οθόνης».

Εμφανείς και αφανείς ήρωες
Κάθε κινηματογράφος είχε και το προσωπικό του. Στην είσοδο στεκόταν ο ελεγκτής που τσεκάριζε τα εισιτήρια. Πιο πριν περνάγαμε από το ταμείο. Ταμίες ήταν συνήθως σοβαρές κυρίες, και μάλιστα κάποιας ηλικίας, γιατί έπρεπε να διαθέτουν πείρα και να μην κάνουν λάθη. Παραμέσα, οι ταξιθέτριες αναλάμβαναν να καθοδηγούν στα σκοτεινά τους θεατές. Εντόπιζαν τις θέσεις και φώτιζαν με το φακό που κρατούσαν, για να τους τις δείξουν. Φυσικά, έδινες κάποιο φιλοδώρημα, αλλά έπαιρνες και το «πρόγραμμα», που λέγαμε. Πιο πάνω, οι μηχανικοί προβολής βρίσκονταν στην αφάνεια. Κλεισμένοι στο κλουβί τους, παρακολουθούσαν την προβολή. Πολλές φορές, η ταινία –ειδικά αν ήταν πολυπαιγμένη– κοβόταν. Αν διακοπτόταν η προβολή των υποτίτλων (που προβάλλονταν χωριστά, όπως αναφέραμε παραπάνω) έπεφτε φοβερό κράξιμο «Χασάπη, γράμματα». Το «Χασάπη, γράμματα» έγινε αργότερα φράση γενικής χρήσης για κάθε περίπτωση που κάτι δεν πήγαινε καλά. Τα αντίγραφα των ταινιών –οι «κόπιες»– ήταν σε πολλές περιπτώσεις λιγότερα από τους κινηματογράφους όπου προβαλλόταν μια ταινία, γι’ αυτό μια κόπια μοιραζόταν σε δυο κοντινούς κινηματογράφους. Ενώ ο ένας πρόβαλλε το πρώτο μέρος, ο άλλος πρόβαλλε το δεύτερο και στη συνέχεια, στο διάλειμμα, γινόταν ανταλλαγή. Την ανταλλαγή την ανελάμβαναν «ντελιβεράδες» με μηχανάκια και «με την ψυχή στο στόμα», γιατί κάθε λεπτό ήταν πολύτιμο. Ένας αγώνας ταχύτητας που έπρεπε να γίνει, με οποιεσδήποτε καιρικές και κυκλοφοριακές συνθήκες και με τέλειο συγχρονισμό.

Πατρίκιοι και Πληβείοι
Παλιά, οι κινηματογράφοι χωρίζονταν σε Α και Β προβολής (ή συνοικιακούς) και προαστίων. Οι νέες ταινίες προβάλλονταν στους κινηματογράφους που ήταν στο κέντρο. Οι κεντρικοί άλλαζαν πρόγραμμα κάθε Δευτέρα και κρατούσαν την ταινία για μια μόνο εβδομάδα, ακόμα και αν ήταν blogbuster. Μόνο σε πολύ μεγάλες επιτυχίες μια ταινία συνεχιζόταν για δεύτερη (ή και τρίτη) εβδομάδα στους κινηματογράφους Α προβολής. Τα εισπρακτικά ρεκόρ γίνονταν Σάββατο και Κυριακή, ολοκληρώνοντας τον κύκλο της ταινίας, καθώς το σαββατοκύριακο έβγαινε περισσότερος κόσμος αλλά είχε στο μεταξύ διαδοθεί και η φήμη μιας ταινίας. Στη συνέχεια, η ταινία διανεμόταν στους κινηματογράφους Β προβολής. Οι Β προβολής (ή «Συνοικιακοί») ήταν οι κινηματογράφοι κοντά στο κέντρο, που και πάλι διακρίνονταν άτυπα – ανάλογα με την κίνησή τους. Οι πιο «εμπορικοί» έφερναν πιο γρήγορα τις ταινίες, οι άλλοι έπρεπε να περιμένουν. Και ακολουθούσε η τρίτη κατηγορία, οι μακρινοί κινηματογράφοι των (τότε) προαστίων. Μοιάζει αστείο, αλλά παλιά ως προάστια θεωρούνταν περιοχές όπως η Δάφνη, του Ζωγράφου, το Αιγάλεω, το Περιστέρι και, βέβαια, τα πολύ μακρυνά τότε, «βόρεια» και «νότια» προάστια. Υπήρχαν όμως και στο κέντρο κινηματογράφοι Β προβολής. Ήταν οι πιο μικροί, που δεν είχαν τις προδιαγραφές να συναγωνιστούν τους μεγάλους (Ίρις, Κοσμοπολίτ και οι λαϊκοί της Ομόνοιας και της Αγοράς). Οι λαϊκοί παρουσίαζαν δύο ταινίες («Σήμερον 2 έργα»). Οι κινηματογράφοι συνοικιών και προαστίων άλλαζαν ταινία τρεις φορές την εβδομάδα (Δευτέρα, Τετάρτη, Παρασκευή) γιατί τις ταινίες τους τις είχαν δει οι περισσότεροι που ήθελαν να τις δουν. Ομως οι κόπιες, ειδικά των ταινιών που είχαν επιτυχία και είχαν προβληθεί πολύ, ήταν φθαρμένες, γεμάτες «γρατζουνιές», είχαν κοπεί και κολληθεί ξανά και ξανά και ο ήχος ήταν συχνά προβληματικός. Στη δεκαετία του 60, δημιουργήθηκαν πολλοί νέοι κινηματογράφοι και σε σχετικά κεντρικές περιοχές (π.χ. Πατησίων, Κυψέλη, Παγκράτι) που όμως εντάχθηκαν στους Β προβολής γιατί θεωρούνταν ακόμα «απόμεροι». Επρόκειτο όμως για σύγχρονες, περιποιημένες αίθουσες που αδικούνταν από την ταξινόμησή τους. Αρκετά συχνά μάλιστα παρουσίαζαν σε Α προβολή ελληνικές κυρίως ταινίες, που δεν «χωρούσαν» στους κεντρικούς κινηματογράφους. Έτσι, επινοήθηκε μια αναβαθμισμένη Β κατηγορία, οι ΑΒ προβολής. Ήταν θέμα κύρους να εντάσσεσαι στην ΑΒ, στην οποία όλο και περισσότεροι κινηματογράφοι, δικαίως ή αδίκως, εισχωρούσαν. Στο τέλος είχαν μείνει ελάχιστοι στη Β προβολή.

Τέλος 2ου μέρους


...για να πιείτε Ταμ-Ταμ!


"...Σάμαλι-Παστέλι-Κωκ, Λεμονάδες-Πορτοκαλάδες, Mπυράλ..."





Πηγή:
Στοιχεία των κινηματογράφων και εικόνες από το site http://cinemahellas.wordpress.com

9.6.10

Οι κινηματογράφοι που πηγαίναμε (Μέρος 1ο)

του Κώστα Κορωναίου
(ΣΤ' Γυμνάσιο 1972)








Τέλη δεκαετίας του '60. Σαββατόβραδο. Εξοδος. Χαρτζηλίκι 20 ολόκληρες δραχμές. Πρώτη προτεραιότητα, ΚΑΡΕΛΙΑ των 10 (6 δραχμές), καφεδάκι (νες) στην Μπόνι στη Λεωφ. Βουλιαγμένης (5 δρχ.) βλέποντας την εκπομπή του Μαστοράκη στην τηλεόραση και μετά σινεμαδάκι (5-7 δρχ).

Τω καιρώ εκείνω, το πιό διαδεδομένο μέσο διασκέδασης του κόσμου ήταν ο κινηματογράφος. Δεκάδες κινηματογράφοι, σ’ όλη τη συνοικία του Νέου Κόσμου αλλά και στις όμορες συνοικίες (Κουκάκι, Δάφνη), γνώριζαν κάθε βράδυ πιένες, ιδιαίτερα τα Σαββατοκύριακα. Κινηματογράφοι χειμερινοί και κινηματογράφοι θερινοί.

ABC, στη Λεωφ. Βουλιαγμένης 130, χειμερινός & θερινός. Το καλοκαίρι άνοιγε από τα πλάγια. Τώρα είναι πάρκινγκ.

ΑΛΙΝΤΑ, χειμερινός στον Αγ. Γεώργιο, Μπουμπουλίνας, τώρα είναι σούπερ μάρκετ ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ.

ΑΜΥΝΤΑΣ, θερινός στην Πλατεία Υμηττού. Λειτουργεί από 1958 ως σήμερα. Εχει κυρηχθεί ως διατηρητέος κινηματογράφος.

ΑΝΝΑ, θερινός, στη Λεωφ. Βουλιαγμένης 26, μετά έγινε συνεργείο αυτοκινήτων, ύστερα CLUB 22.

ΑΣΤΕΡΙΑ, θερινός, Αρτέμωνος 10 και Ιππάρχου. Από το 1956 έως το 1972, οπότε και πήγε στη θέση του ο ΟΡΦΕΑΣ. (Σημ. ekto1972: Τα ΑΣΤΕΡΙΑ λόγω θέσης ήταν μακράν το καλύτερο θερινό σινεμά όλης της Αθήνας. Έβλεπες στο βάθος αριστερά την Ακρόπολη, δεξιά το Λυκαβηττό και στη μέση την οθόνη!)

ΑΤΛΑΝΤΙΣ, στην πλατεία Καλογήρων, χειμ. & θερ. Το καλοκαίρι άνοιγε η οροφή. Λειτουργεί μέχρι σήμερα με 2 αίθουσες.

ΑΧΙΛΛΕΙΟΝ, χειμερινός, στο Κουκάκι (Γαργαρέττα) Παρθενώνος 26, από το 1967 έως το 1982. Τώρα είναι σούπερ μάρκετ "ΒΕΡΟΠΟΥΛΟΣ".

ΓΑΡΔΕΝΙΑ, χειμερινός, στη Λεωφ. Βουλιαγμέννης στον Αγ. Γιάννη, τώρα είναι σούπερ μάρκετ.

ΔΑΦΝΗ, χειμερινός, με θερινό στην ταράτσα, στην Εθνάρχου Μακαρίου στην Δάφνη, μετά έγινε μπαρ και έκλεισε την δεκαετία του 80.

ΕΡΕΧΘΕΙΟΝ, θερινός, στο Κουκάκι (Γαργαρέττα), Ερεχθείου 26, από το 1957 έως το 1978. Τώρα είναι το πίσω μέρος του ξενοδοχείου DIVANI PALACE.

ΕΡΜΗΣ, χειμερινός, με θερινό στην ταράτσα, Ελλης και Κανάρη, λίγο πριν την πλατεία Καλογήρων. Τώρα είναι κέντρο διασκέδασης.

ΕΥΡΩΠΗ, θερινός, στην Αμβρ. Φραντή 43, από το 1942 έως το 1971. Μέχρι πρότινος ήταν ταβέρνα, αλλά σύντομα θα ανεγερθεί νέο πολυόροφο κτίριο. Λειτούργησε και σαν θέατρο.

(Σημ. ekto1972: το καλύτερο ελληνικό γουέστερν!)

ΘΑΛΕΙΑ, θερινός, στην Κασομούλη, στον Αγ. Γιάννη, λειτούργησε μέχρι το 1980, μετά έγινε βενζινάδικο SHELL κι ύστερα κατεδαφίστηκε λόγω σταθμού μετρό Αγ. Ιωάννου.

ΙΜΠΕΡΙΑΛ, θερινός στην Δάφνη, Μιλτιάδου & Ηλιουπόλεως, λειτούργησε από το 1970 μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 70, τώρα είναι πάρκινγκ.

ΜΕΤΡΟΠΟΛΙΤΑΝ, χειμερινός, στη Λεωφ. Βουλιαγμένης, πλατεία Καλογήρων. Εκλεισε το 2005.

ΜΙΤΣΙ, χειμ. & θερ. στο Κουκάκι, Βείκου 62, από το 1969 έως το 1988. Τώρα είναι δημοτικό γυμναστήριο. Το θερινό λειτουργούσε στην ταράτσα.

ΝΑΝΑ, στη Λεωφ. Βουλιαγμένης 179 ο χειμερινός και λίγο πιό πάνω ο καλοκαιρινός, τώρα λειτουργεί μόνο ο χειμερινός που έχει γίνει multiplex με 6 αίθουσες.

ΝΑΣΙΟΝΑΛ, χειμερινός, με θερινό στην ταράτσα, στην Μπακνανά και Μάχης Αναλάτου. Σήμερα είναι σούπερ μάρκετ ΣΚΛΑΒΕΝΙΤΗΣ.

ΟΑΣΙΣ, στην Ιππόνακτος 36, θερινός από το 1956 έως το 1967, στη συνέχεια έγινε χειμ. & θερ., ανοίγοντας το καλοκαίρι από τα πλάγια. Λειτούργησε μέχρι το 1988 κι ύστερα έγινε Γυμναστήριο του Πάντειου Πανεπιστήμιου.

Ο Ορφέας το 1946 (από το site http://www.cinefilip.gr)

ΟΡΦΕΑΣ, στη Λεωφ. Βουλιαγμένης 85, στον Αγ. Γιάννη, θερινός, από το 1935, κάποια στιγμή (το 1972) μεταφέρθηκε στην οδό Αρτέμωνος και Ιππάρχου, εκεί που λειτουργούσε ο κινηματογράφος ΑΣΤΕΡΙΑ. Τη δεκαετία του 2000 γκρεμίστηκε και έγινε πολιτιστικό κέντρο, με τον θερινό να λειτουργεί στην ταράτσα.

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ, χειμερινός & θερινός, στο Κουκάκι - Φιξ, Λεωφ. Συγγρού 106, από το 1939 έως το 1990. Το θερινό, λίγα κτήρια πιό κάτω στη Λεωφ. Συγγρού 112, από το 1930 έως το 1970. Πρώτα γκρεμίστηκε το θερινό, μετά και το χειμερινό. Το χειμερινό ξαναφτιάχτηκε στο ημιυπόγειο ενός νέου κτηρίου, τη δεκαετία 80. Την δεκαετία του 90 λειτούργησε ως θέατρο. Τέλος το χειμερινό μετονομάστηκε σε MIKROKOSMOS, λειτουργεί από το 2004 έως σήμερα για σινεφίλ.

ΠΙΚΟΛΟ, χειμερινός στο Κουκάκι, Λεωφ. Συγγρού 33, από το 1962 έως το 1981, υπόγειος κινηματογράφος. Το τελευταίο καιρό είχε γίνει sex cinema, τώρα παραμένει κλειστός. Εγινε προσπάθεια να γίνει θέατρο από τον Χάρη Ρώμα με το όνομα Χρώμα.

ΠΡΩΤΕΑΣ, χειμερινός, στο Κουκάκι - Αν. Ζίννη & Οδ. Ανδρούτσου, 1938 - 1971, ξεκίνησε πρώτα το θερινό στην Αν. Ζίννη 28, σε ένα μεγάλο οικόπεδο, αργότερα μέρος του οικοπέδου στην Οδ. Ανδρούτσου έγινε χειμερινός από το 1957 έως 1971, επίσης το σινεμά έγινε γνωστό επειδή δούλευαν οι γονείς της Νάνας Μούσχουρη. Γκρεμίστηκαν και τα δύο και έγιναν σχολείο.

ΣΙΝΕ ΕΠΤΑ, χειμερινός, στην Αρτέμωνος και Αίνου, από το 1961 μέχρι το 1970 οπότε και έγινε ο χειμερινός ΟΡΦΕΑΣ.


Τέλος 1ου μέρους


...για να πιείτε Ταμ-Ταμ!


"...Σάμαλι-Παστέλι-Κωκ, Λεμονάδες-Πορτοκαλάδες..."






Πηγή:
Στοιχεία των κινηματογράφων και εικόνες από το site http://cinemahellas.wordpress.com