11.6.10

Οι κινηματογράφοι που πηγαίναμε (Μέρος 2ο)

του Κώστα Κορωναίου
(ΣΤ' Γυμνάσιο 1972)








Φωτ. Κυνόσαργες

Ας φανταστούμε αυτήν την εικόνα: Βράδυ, δρόμος άδειος από αυτοκίνητα και με λιγοστούς ανθρώπους. Χωρίς μεγάλα ή μικρά καταστήματα, χωρίς βιτρίνες ή φωτεινές επιγραφές και διαφημίσεις. Με το δημοτικό φωτισμό ίσα-ίσα να σπάει το σκοτάδι. Και, ξαφνικά, έντονα φώτα, χρωματιστά. «Σήμα κατατεθέν» του κινηματογράφου, του πολιτισμικού κέντρου της συνοικίας. Η εικόνα αυτή, που σήμερα μοιάζει εξωπραγματική, ήταν ιδιαίτερα γνώριμη στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια.

Κοινωνικό φαινόμενο
Ο κινηματογράφος συνδύαζε την ψυχαγωγία με την ενημέρωση, σε πολύ προσιτή τιμή. Στα χρόνια μετά τον πόλεμο, η Ελλάδα μπαίνει σε μια φάση ανασυγκρότησης και η νέα γενιά λαχταράει να χαρεί τη ζωή της. Οι νέοι εγκαταλείπουν τα χωριά τους και συγκεντρώνονται στην Αθήνα και στις άλλες μεγάλες πόλεις. Ο πόλεμος και η οικονομική στενότητα, δεν τους έχουν επιτρέψει να γνωρίσουν ή να μάθουν αρκετά πράγματα. Τα μέσα της εποχής, δεν προσφέρουν εικόνες: η τυπογραφία δεν έχει ακόμα εξελιχθεί, η φωτογραφική κάλυψη είναι ανεπαρκής, στις εφημερίδες και στα περιοδικά λίγες μαυρόασπρες φωτογραφίες μόνο. Η εικόνα του κινηματογράφου, με τη δύναμη της φυσικότητας και την παραστατικότητα της κίνησης, φέρνει όλο τον κόσμο στις οθόνες των αιθουσών. Γοητευμένοι οι θεατές, μέσα από τις κινηματογραφικές ταινίες, ανακαλύπτουν το σύμπαν που τους περιβάλλει: άλλες πόλεις, άλλες χώρες, άλλες εποχές, άλλες συνήθειες. Οι θεατές βιώνουν τα δρώμενα επί της οθόνης, ταυτίζονται με τα θετικά πρόσωπα των έργων και νιώθουν απέχθεια, ακόμα και στην πραγματική ζωή, για τους «κακούς». Μέσα από τις κινηματογραφικές ταινίες, οι θεατές ταξιδεύουν σε άλλους τόπους, συναρπαστικές πόλεις, ζούγκλες και ερήμους, βυθούς θαλασσών, ακόμα και στο διάστημα. Συναναστρέφονται μεγιστάνες του πλούτου, γόησσες και γόητες, ήρωες της μυθολογίας, προϊστορικά τέρατα.

Έξω και μέσα στην αίθουσα
Όπως είναι επόμενο, οι κινηματογραφικές αίθουσες γίνονται σημεία αναφοράς. Οι θεατές «βάζουν τα καλά τους» για να τις επισκεφθούν. Οι κεντρικοί κινηματογράφοι είναι μεγάλοι, επιβλητικοί και γίνονται ναοί της 7ης τέχνης. Οι θεατές προσέρχονται μαζικά δημιουργώντας ουρές στα ταμεία. Δεν ξέρουν πολλά για την ταινία. Τα μέσα ενημέρωσης είναι ανεπαρκή, οι άνθρωποι δεν διαβάζουν ιδιαίτερα εφημερίδες και οι κριτικές αντιμετωπίζονται με επιφύλαξη. Έτσι, οι θεατές του 50 και 60 εμπιστεύονται το ένστικτό τους, λαβαίνουν υπ’ όψη τις φήμες και επηρεάζονται από τον τίτλο της ταινίας. Όμως, το τελικό κριτήριο είναι οι φωτογραφίες στις προθήκες των κινηματογράφων. Η παρακολούθηση της ταινίας από την αρχή δεν υπήρχε, ούτε η αναμονή στην είσοδο. Οι θεατές μπαίνουν στην αίθουσα μόλις φτάσουν, ακόμα και στο τελευταίο δεκάλεπτο και φεύγουν όταν η ταινία φτάσει στη σκηνή που ήρθαν – το θρυλικό «εδώ ήρθαμε, πάμε να φύγουμε». Οι όρθιοι, κάνουν επιδρομή να καταλάβουν τις θέσεις αυτών που φεύγουν. Γίνονται μικροεπεισόδια, οικογένειες και παρέες χωρίζουν γιατί δεν βρίσκονται θέσεις για όλους.

Ρίξε φλιτ
Η τεχνολογία είναι ακόμα ανεπαρκής. Η θέρμανση και ο εξαερισμός σπανίζουν. Η αίθουσα θερμαίνεται και από τους θεατές που τη γεμίζουν. Η ατμόσφαιρα γίνεται αποπνικτική από τις αναπνοές και άλλες... ανθρώπινες μυρωδιές. Έτσι, τον αερισμό αναλαμβάνουν μικρά παράθυρα, εξαεριστήρες τύπου... κουζίνας. Πολύ συχνά, οι ταξιθέτριες εμφανίζονται με μια τρόμπα στο χέρι, που περιέχει αρωματικό υγρό και «φλιτάρουν» ψηλά στον αέρα, για να κάνουν πιο ευχάριστη την ατμόσφαιρα. Οι υπότιτλοι στις ξένες ταινίες προβάλλονται, στην αρχή, από διαφορετική μηχανή σε διαφορετική οθόνη, σαν λωρίδα κάτω από την κανονική. Αργότερα, πάλι από διαφορετική μηχανή, «πέφτουν» πάνω στην ταινία, στο κάτω μέρος. Αμα έστρεφες το κεφάλι στο πίσω μέρος της αίθουσας, έβλεπες από το θάλαμο προβολής, δυο φωτεινές δέσμες να στέλνονται στην οθόνη.

Σάμαλι, παστέλι, κοκ
Οι παλιοί κινηματογράφοι δεν διέθεταν πάντα μπαρ. Οι περισσότεροι θεατές δεν είχαν λεφτά για την «πολυτέλεια» ενός αναψυκτικού ή ενός σνακ. Άλλοτε πάλι, δεν άφηναν τη θέση τους να πάνε στο μπαρ, για να μη τη χάσουν. Αφού λοιπόν δεν πήγαιναν οι θεατές στο μπαρ, τότε το μπαρ ερχόταν σε αυτούς, με τη μορφή ενός δίσκου που τον περιέφερε στην αίθουσα, στα διαλείμματα, ο μπάρμαν ή ο βοηθός του, τις περισσότερες φορές κάποιος πιτσιρικάς. Ο δίσκος περιείχε λίγα αναψυκτικά, γλυκά, ξηρούς καρπούς. «Σάμαλι, παστέλι, κοκ – λεμονάδες, πορτοκαλάδες, μπιράλ!». Το μπιράλ ήταν ανθρακούχο αναψυκτικό, υποκατάστατο της Coca Cola που δεν κυκλοφορούσε τότε. Και το σάμαλι ήταν ένα σοροπιαστό γλύκισμα από σιμιγδάλι. Αποτελούσε, μάλιστα, το υλικό για να καρφώνονται οι χάρτινες σαΐτες στην οροφή ή την οθόνη. Οι πιο ζωηροί θεατές έφτιαχναν με το πρόγραμμα μια σαΐτα, κολλούσαν στη μύτη της ένα μπαλάκι σάμαλι και την εκτόξευαν με δύναμη στα ύψη (απίστευτο θέαμα στο χειμερινό ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ όπου δεκάδες χάρτινες σαίτες κρέμονταν από την οροφή). Τα άδεια μπουκάλια των αναψυκτικών αφήνονταν επίτηδες να κατρακυλούν στο επικλινές δάπεδο της αίθουσας, με το χαρακτηριστικό τους ήχο να διακόπτει την προσήλωση των θεατών στην ταινία. Τα «σπόρια» –οι ξηροί καρποί– πωλούνταν εντός του κινηματογράφου, αλλά και έξω από αυτόν, από πλανόδιους πωλητές. Ζεστά και σε προσιτό κόστος, αποτελούσαν… στάνταρ εξοπλισμό για τους θεατές. Το πιο «αμαρτωλό» είδος ήταν ο πασατέμπος και ο λιόσπορος, που ενοχλούσαν τους άλλους θεατές με τον ήχο τους. Έτσι, εμφανίστηκαν στις προθήκες ή και στα προγράμματα των κινηματογράφων οι ειδοποιήσεις «Απαγορεύεται ο πασατέμπος εντός της αιθούσης».

Σήμερον…
Τα «προγράμματα», ήταν έντυπα, μονόφυλλα ή δίφυλλα, με «Λίγα λόγια για την υπόθεση του έργου». Πολύ χρήσιμα, τις περισσότερες φορές, αφού, όπως είπαμε, οι θεατές έμπαιναν σε οποιαδήποτε σκηνή και δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι ήταν αυτό που έβλεπαν. Διάβαζαν αυτά τα «λίγα λόγια» για να μπουν στο νόημα. Εκτός από τα λίγα λόγια για την ταινία, το πρόγραμμα ανάγγελλε και τα «προσεχώς». Μερικές φορές είχε και διαφημίσεις. Οι συνοικιακοί και οι θερινοί κινηματογράφοι έδιναν συνήθως ένα απλό μονόφυλλο, τυπωμένο στη μια όψη μόνο, με τα «λίγα λόγια για την υπόθεση». Υπήρχε ένα στερεότυπο κείμενο που ταίριαζε σε κάθε περίπτωση, του τύπου «Ένα εξαιρετικό αριστούργημα που θα καταπλήξει. Κάθε σκηνή σκορπίζει ατέλειωτες συγκινήσεις…» και κατέληγαν στο κλασικό «Η συνέχεια επί της οθόνης».

Εμφανείς και αφανείς ήρωες
Κάθε κινηματογράφος είχε και το προσωπικό του. Στην είσοδο στεκόταν ο ελεγκτής που τσεκάριζε τα εισιτήρια. Πιο πριν περνάγαμε από το ταμείο. Ταμίες ήταν συνήθως σοβαρές κυρίες, και μάλιστα κάποιας ηλικίας, γιατί έπρεπε να διαθέτουν πείρα και να μην κάνουν λάθη. Παραμέσα, οι ταξιθέτριες αναλάμβαναν να καθοδηγούν στα σκοτεινά τους θεατές. Εντόπιζαν τις θέσεις και φώτιζαν με το φακό που κρατούσαν, για να τους τις δείξουν. Φυσικά, έδινες κάποιο φιλοδώρημα, αλλά έπαιρνες και το «πρόγραμμα», που λέγαμε. Πιο πάνω, οι μηχανικοί προβολής βρίσκονταν στην αφάνεια. Κλεισμένοι στο κλουβί τους, παρακολουθούσαν την προβολή. Πολλές φορές, η ταινία –ειδικά αν ήταν πολυπαιγμένη– κοβόταν. Αν διακοπτόταν η προβολή των υποτίτλων (που προβάλλονταν χωριστά, όπως αναφέραμε παραπάνω) έπεφτε φοβερό κράξιμο «Χασάπη, γράμματα». Το «Χασάπη, γράμματα» έγινε αργότερα φράση γενικής χρήσης για κάθε περίπτωση που κάτι δεν πήγαινε καλά. Τα αντίγραφα των ταινιών –οι «κόπιες»– ήταν σε πολλές περιπτώσεις λιγότερα από τους κινηματογράφους όπου προβαλλόταν μια ταινία, γι’ αυτό μια κόπια μοιραζόταν σε δυο κοντινούς κινηματογράφους. Ενώ ο ένας πρόβαλλε το πρώτο μέρος, ο άλλος πρόβαλλε το δεύτερο και στη συνέχεια, στο διάλειμμα, γινόταν ανταλλαγή. Την ανταλλαγή την ανελάμβαναν «ντελιβεράδες» με μηχανάκια και «με την ψυχή στο στόμα», γιατί κάθε λεπτό ήταν πολύτιμο. Ένας αγώνας ταχύτητας που έπρεπε να γίνει, με οποιεσδήποτε καιρικές και κυκλοφοριακές συνθήκες και με τέλειο συγχρονισμό.

Πατρίκιοι και Πληβείοι
Παλιά, οι κινηματογράφοι χωρίζονταν σε Α και Β προβολής (ή συνοικιακούς) και προαστίων. Οι νέες ταινίες προβάλλονταν στους κινηματογράφους που ήταν στο κέντρο. Οι κεντρικοί άλλαζαν πρόγραμμα κάθε Δευτέρα και κρατούσαν την ταινία για μια μόνο εβδομάδα, ακόμα και αν ήταν blogbuster. Μόνο σε πολύ μεγάλες επιτυχίες μια ταινία συνεχιζόταν για δεύτερη (ή και τρίτη) εβδομάδα στους κινηματογράφους Α προβολής. Τα εισπρακτικά ρεκόρ γίνονταν Σάββατο και Κυριακή, ολοκληρώνοντας τον κύκλο της ταινίας, καθώς το σαββατοκύριακο έβγαινε περισσότερος κόσμος αλλά είχε στο μεταξύ διαδοθεί και η φήμη μιας ταινίας. Στη συνέχεια, η ταινία διανεμόταν στους κινηματογράφους Β προβολής. Οι Β προβολής (ή «Συνοικιακοί») ήταν οι κινηματογράφοι κοντά στο κέντρο, που και πάλι διακρίνονταν άτυπα – ανάλογα με την κίνησή τους. Οι πιο «εμπορικοί» έφερναν πιο γρήγορα τις ταινίες, οι άλλοι έπρεπε να περιμένουν. Και ακολουθούσε η τρίτη κατηγορία, οι μακρινοί κινηματογράφοι των (τότε) προαστίων. Μοιάζει αστείο, αλλά παλιά ως προάστια θεωρούνταν περιοχές όπως η Δάφνη, του Ζωγράφου, το Αιγάλεω, το Περιστέρι και, βέβαια, τα πολύ μακρυνά τότε, «βόρεια» και «νότια» προάστια. Υπήρχαν όμως και στο κέντρο κινηματογράφοι Β προβολής. Ήταν οι πιο μικροί, που δεν είχαν τις προδιαγραφές να συναγωνιστούν τους μεγάλους (Ίρις, Κοσμοπολίτ και οι λαϊκοί της Ομόνοιας και της Αγοράς). Οι λαϊκοί παρουσίαζαν δύο ταινίες («Σήμερον 2 έργα»). Οι κινηματογράφοι συνοικιών και προαστίων άλλαζαν ταινία τρεις φορές την εβδομάδα (Δευτέρα, Τετάρτη, Παρασκευή) γιατί τις ταινίες τους τις είχαν δει οι περισσότεροι που ήθελαν να τις δουν. Ομως οι κόπιες, ειδικά των ταινιών που είχαν επιτυχία και είχαν προβληθεί πολύ, ήταν φθαρμένες, γεμάτες «γρατζουνιές», είχαν κοπεί και κολληθεί ξανά και ξανά και ο ήχος ήταν συχνά προβληματικός. Στη δεκαετία του 60, δημιουργήθηκαν πολλοί νέοι κινηματογράφοι και σε σχετικά κεντρικές περιοχές (π.χ. Πατησίων, Κυψέλη, Παγκράτι) που όμως εντάχθηκαν στους Β προβολής γιατί θεωρούνταν ακόμα «απόμεροι». Επρόκειτο όμως για σύγχρονες, περιποιημένες αίθουσες που αδικούνταν από την ταξινόμησή τους. Αρκετά συχνά μάλιστα παρουσίαζαν σε Α προβολή ελληνικές κυρίως ταινίες, που δεν «χωρούσαν» στους κεντρικούς κινηματογράφους. Έτσι, επινοήθηκε μια αναβαθμισμένη Β κατηγορία, οι ΑΒ προβολής. Ήταν θέμα κύρους να εντάσσεσαι στην ΑΒ, στην οποία όλο και περισσότεροι κινηματογράφοι, δικαίως ή αδίκως, εισχωρούσαν. Στο τέλος είχαν μείνει ελάχιστοι στη Β προβολή.

Τέλος 2ου μέρους


...για να πιείτε Ταμ-Ταμ!


"...Σάμαλι-Παστέλι-Κωκ, Λεμονάδες-Πορτοκαλάδες, Mπυράλ..."





Πηγή:
Στοιχεία των κινηματογράφων και εικόνες από το site http://cinemahellas.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: