«...Έβλεπες τα πράγματα περίπου έτσι: Σε όλη σου την ζωή δούλεψες σκληρά, θυσιάζοντας τα πάντα για τα παιδιά σου, κυρίως δε για μένα. Συνεπώς, έκανα «τη μεγάλη ζωή», ήμουν απολύτως ελεύθερος ν' ασχολούμαι με ό,τι μου άρεσε, χωρίς ν' αντιμετωπίσω ποτέ βιοτικό πρόβλημα και γενικά δεν είχα έγνοιες. Εσύ δεν απαίτησες καμία ευγνωμοσύνη για όλα αυτά, επειδή γνωρίζει πολύ καλά τι σημαίνει «ευγνωμοσύνη από τα παιδιά», αλλά περίμενες τουλάχιστον έναν καλό λόγο, κάποιο δείγμα συμπάθειας. Εγώ, αντί ν' ανταποκριθώ σ' αυτή την προσμονή σου, σε απέφευγα διαρκώς, κρυβόμουν στο δωμάτιό μου μαζί με τα βιβλία μου, έκανα παρέα με φίλους ελαφρόμυαλους και καλλιεργούσα παράδοξες ιδέες.
[...] Θα ήμουν πιο ευτυχής να σε είχα φίλο, αφεντικό, θείο, παππού, ακόμη (αν και το λέω με κάποιο δισταγμό), πεθερό μου. Αλλά σαν πατέρας ήσουν πολύ δυνατός για μένα και η δύναμή σου γινόταν εντονότερη επειδή οι αδελφοί μου πέθαναν σε μικρή ηλικία και οι αδερφές μου γεννήθηκαν πολύ αργότερα.
[...] Πάντως εμείς οι δύο είμαστε τόσο διαφορετικοί και εξαιτίας αυτής της διαφοράς τόσο επικίνδυνοι ο ένας για τον άλλο, ώστε εάν ήθελε κανείς να προβλέψει με ποιο τρόπο, εγώ, ένα παιδί που εξελισσόταν αργά και εσύ, ο ώριμος άντρας, θα μπορούσε να συμπεριφερόμαστε ο ένας προς τον άλλο, θα μπορούσε να συμπεράνει ότι θα με συνέτριβες, αφανίζοντας ολοκληρωτικά την προσωπικότητά μου.
[...] Στη μητέρα μπορούσε κανείς να καταφύγει για προστασία, όμως η προστατευτική συμπεριφορά της είχε πάντα σημείο αναφοράς εσένα. Σε λάτρευε, σου ήταν ολόψυχα αφοσιωμένη, ώστε ήταν αδύνατο το παιδί να την θεωρήσει σαν μια πηγή ανεξάρτητη, απ' όπου θα μπορούσε ν' αντλήσει για καιρό δύναμη πνευματική. Αυτό δεν διέφευγε από το αλάνθαστο παιδικό ένστικτο. Η μητέρα όσο τα χρόνια κυλούσαν τόσο δενόταν μ' εσένα...»
Franz Kafka
1919
------
Πηγή: «Γράμμα στον πατέρα», Εκδόσεις Νεφέλη, 1987
Μετάφραση: Φαίδων Καλαμαράς