23.4.11

Επιστροφή Ανάσταση

της Μαρίας Α.
(ΙΒ' Θηλέων 1971)




Με αφορμή τις αναρτήσεις των συμμαθητών για το Πάσχα.


Ήμασταν παιδιά οκτώ – εννέα χρονών όταν φύγαμε από τη γενέτειρά μας, εκεί που τρεις γενιές οι παππούληδες και οι γιαγιάδες μας είχαν στεριώσει, εγκαταλείποντας τα δικά τους μέρη σ’ όλο το Αιγαίο: Χίο, Λέρο, Σύμη, Κύπρο…

Παιδιά εμείς, βιώσαμε τον ξεριζωμό σαν το πιο απότομο κόψιμο των παιδικών μας χρόνων σε Πριν και Μετά. ΄Ηρθαμε στην Αθήνα του 1961, στο Νέο Κόσμο, στην Εκαταίου, στην Ευδόξου, πιο πέρα μετά, το Δουργούτι. Στην Αθήνα με χωματόδρομους, με την κυρά Παναγιώτα που πούλαγε κολώνες πάγου με τη «δαγκάνα» της που χειριζόταν με ταλέντο φτασμένου μαέστρου. ΄Ηρθα στου Ξυνού, στην Τρίτη Δημοτικού, όπου η «παιδαγωγική» των χρόνων εκείνων ενέπνευσε την τότε δασκάλα μας, όταν ήρθε ο Επιθεωρητής προς το τέλος της χρονιάς, να συστήσει την τάξη της λέγοντας: «Ναι κε Επιθεωρητά, έχω τα παιδιά μου (τα είχε από την πρώτη Δημοτικού εξ ου και τα οικειοποιήθηκε) και μία Αιγυπτία!!! Είχα έρθει από την ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ!!! Αλλοίμονο για όλους μας!!

Πέρασαν τα χρόνια στην Ελλάδα, μια πατρίδα που σήμαινε πολλά και σίγουρα άλλα για τον Ελληνισμό της διασποράς, τον Ελληνισμό που ούτως ή άλλως φέρει πάντα μια σφραγίδα ΝΟΣΤΟΥ, όπου και να βρίσκεται και παντρεύτηκα το άλλο παιδάκι (συμμαθητή από το ΣΤ΄) χωρίς να γνωρίζω – μέχρι τη γνωριμία μας μετά την αποφοίτησή μας από το Γυμνάσιο - ότι και αυτός ταξίδευε την ίδια χρονιά με μένα για την Αθήνα, αφήνοντας την Αλεξάνδρεια…

Το 2006, μαζί με τα παιδιά μας, ενήλικα πλέον και τα αδέλφια μας με τις οικογένειές τους, αποφασίσαμε να πάμε ξανά στην Αλεξάνδρεια για Πάσχα. Ψάξαμε να βρούμε τα σπίτια μας, τα σχολειά μας, το μαγαζί του πατέρα, το ελληνικό νοσοκομείο, τα μαγαζιά που οι μανάδες μας – νεαρές κοπέλες 30 χρονών – ψώνιζαν τα κομψά γαλλικά τους ρούχα και αρώματα. ΄Ισως το ταξίδι μας αυτό με τις φοβερές εμπειρίες και αναμνήσεις, αλλά κυρίως με τον τρόπο που οι μεγαλύτεροι προσπαθήσαμε να «μορφοποιήσουμε» τις μνήμες των μικρότερων αδελφών μας (που είχαν φύγει 4-5 ετών) και απλώς «θυμόντουσαν» κάποιες μυρωδιές ή έναν Κήπο που έκαναν κούνια ή τη στριφτή μεγάλη σκάλα ενός σπιτιού, να μπορούν να αποτελέσουν περιεχόμενο διατριβής ενός …ψυχαναλυτή!!!!

Πήγαμε για τον Επιτάφιο της Μ. Παρασκευής και την Ανάσταση το Μ. Σάββατο στην εκκλησία του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, ναός πλέον του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής. Η συγκίνηση απερίγραπτη. Ήταν η εκκλησία που κάποιοι από μας είχαν βαπτισθεί. Ήταν μπροστά από το πατρικό σπίτι άλλων. Όλος ο Ελληνισμός που έχει απομείνει – μερικές οικογένειες μόνο – ήταν μαζεμένος εκεί, φορώντας τα καλύτερα ρούχα τους, με μια σκιά «συνωμοτικότητας», αφού όλα έπρεπε να γίνουν περίκλειστα μέσα στο – μεγάλο είναι αλήθεια – προαύλιο της εκκλησίας, χωρίς πυροτεχνήματα και γενικώς θόρυβο. Είναι ευνόητο ότι μόλις μας είδαν οι άλλοι ΄Ελληνες, αφού τους ήμασταν άγνωστοι, μας πλησίασαν όλοι και αφού συστηθήκαμε είναι απερίγραπτο το τι επακολούθησε. Μας δήλωσαν, το εννοούσαν και το πραγματοποίησαν, ότι ήμασταν τα αδέλφια τους που είχαν φύγει πριν από 45 χρόνια και για όσες ημέρες θα μέναμε, ήμασταν καλεσμένοι τους στα σπίτια τους, σε εκδρομές, σε συνάξεις των ημερών…

Στο δεξί ψαλτήρι του Ευαγγελισμού, όπου ιερούργησε ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας και Πάσης Αφρικής Θεόδωρος, ανέβηκε προσκεκλημένος να ψάλει ένας άνδρας 54 ετών περίπου, φορώντας κι αυτός τα καλύτερα του ρούχα, με φοβερή συγκίνηση, κλαίγοντας σχεδόν. Η τελευταία φορά που είχε ξανανέβει στη θέση εκείνη ήταν πριν από 45 χρόνια, μικρό παιδάκι στα πόδια του πατέρα του, του Αχιλλέα, που είχε σταθερά τη θέση αυτή στο ψαλτήρι. Πεθαμένος πολλά χρόνια, δεν αξιώθηκε να ξαναγυρίσει ποτέ στην Αλεξάνδρεια που γεννήθηκε…

Χαιρετισμούς κι ευχές!

Μαρία
Απρίλης 2011



Δεν υπάρχουν σχόλια: